Δευτέρα 26 Οκτωβρίου 2020

Πως ο Άγιος Δημήτριος ο Μυροβλύτης έσωσε τον γέροντα Φιλόθεο Ζερβάκο από την εκτέλεση

 


Πως ο Άγιος Δημήτριος ο Μυροβλύτης έσωσε τον γέροντα Φιλόθεο Ζερβάκο από την εκτέλεση
Ο γέροντας Φιλόθεος Ζερβάκος γράφει για το πως ο Άγιος Δημήτριος ο Μυροβλύτης τον έσωσε από την εκτέλεση

Ο πολιούχος της Θεσσαλονίκης Άγιος Δημήτριος ο Μυροβλύτης δεν εγκατέλειψε ποτέ την πόλη του ούτε και κατά τα χρόνια της σκλαβιάς της, που κράτησε από το 1430 μέχρι τη γιορτή του το 1912.

Και μάλιστα σε έκτακτες περιπτώσεις επενέβαινε και στα τεκταινόμενα της Θεσσαλονίκης διατάζοντας ακόμη και τον ανώτατο άρχοντα της πόλης, δηλαδή τον πασά.

Τέτοιες επεμβάσεις, που έζησε ο ίδιος, διηγείται στην αυτοβιογραφία του ο αρχιμανδρίτης Φιλόθεος Ζερβάκος και δημοσιεύονται στον τόμο «Ο Γέρων Φιλόθεος Ζερβάκος, Ο ουρανοδρόμος οδοιπόρος 1884-1980» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ορθόδοξος Κυψέλης.

Τα παράδοξα και εκπληκτικά αυτά περιστατικά που περιγράφει με ιδιαίτερη ενάργεια ο γέροντας Φιλόθεος συνέβησαν το πρώτο το 1907 και το δεύτερο το 1910, δύο χρόνια δηλαδή πριν από την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης.

Στην πρώτη περίπτωση ο πατήρ Φιλόθεος, τότε Κωνσταντίνος, είχε έλθει από την Αθήνα ως λαϊκός, για να πάει στο Άγιον Όρος όπου ήθελε να γίνει μοναχός και να εγκαταβιώσει εκεί. Τη δεύτερη φορά η επέμβαση του Μεγαλομάρτυρα Δημήτριου έγινε μετά την επίσκεψη του στον Άθωνα, ως μοναχός πλέον, και την άφιξη του στη Θεσσαλονίκη.

Ο αρχιμανδρίτης Φιλόθεος Ζερβάκος (1884-1980), ηγούμενος της μονής Λογγοβάρδας Πάρου, είναι ένας από τους πιο γνωστούς γέροντες του 20ού αιώνα. Γεννήθηκε στα Πάκια της επαρχίας Επιδαύρου Λιμήρας της Λακωνίας και ήταν πνευματικό τέκνο του Αγίου Νεκταρίου. Ο ίδιος είχε την αγαθή τύχη να γνωρίζει τους μεγάλους σκιαθίτες συγγραφείς Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη και Αλέξανδρο Μωραϊτίδη. Μαζί τους συνέψαλλε στις κατανυκτικές αγρυπνίες που πραγματοποιούνταν στο εκκλησάκι του Αγίου Ελισαίου στο Μοναστηράκι της Αθήνας, με ιερουργό τον αγαθό και απλό παπα-Νικόλα Πλανά (1851-1932), ο οποίος το 1992 ανακηρύχθηκε άγιος. Για τις γνωριμίες του αυτές, ο πατήρ Φιλόθεος μας έχει αφήσει γραπτές αναμνήσεις όπως και άλλες μαρτυρίες, για παράδειγμα επιστολές. Ο Κωνσταντίνος Ζερβάκος έλαβε το μοναχικό σχήμα στις 29 Δεκεμβρίου του 1907 στη μονή Λογγοβάρδας και έλαβε το όνομα Φιλόθεος ενώ την επόμενη μέρα χειροτονήθηκε διάκονος. Ιερέας χειροτονήθηκε το 1912 ενώ έναν χρόνον αργότερα προχειρίστηκε αρχιμανδρίτης.

Εκοιμήθη οσιακά στην μονή Θαψανών της Πάρου στις 8 Μαΐου του 1980.

Κείμενο

Αφού εποιήσαμεν την αγρυπνίαν εις τον ναόν του Προφήτου Ελισσαίου την 8ην Μαΐου 1907 εις την εορτήν του Ευαγγελιστού Ιωάννου του Θεολόγου, καθ’ ην συμπίπτει η μνήμη του πατρός ημών Αρσενίου, την εσπέραν της 8ης Μαΐου ανεχωρήσαμεν διά του ατμοπλοίου «Πηνειός» μετά του φίλου μου Νικ. Μητροπούλου εκ Πειραιώς δι’ Άγιον Όρος. Μας συνώδευσαν μέχρι του ατμοπλοίου οι καλοί φίλοι Κων/νος Σομπόνιος Λοχαγός, Σταμάτιος Γαϊτάνος και Νικ. Μπούκης.

Μετά δύο ημέρας εφθάσαμεν εις Θεσσαλονίκην, η οποία τότε κατείχετο υπό των Τούρκων· και, επειδή εγώ από μικρός είχον ευλάβειαν εις τον Άγ. Δημήτριον, παρεκάλουν τον φίλον μου Νικόλαον να εξέλθωμεν του ατμοπλοίου, διά να προσκυνήσωμεν τον τάφον του Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου του Μυροβλήτου. Εξελθόντες μετέβημεν και προσεκυνήσαμεν μετά κατανύξεως τον Τάφον του Αγίου και, επιστρέψαντες εις το ξενοδοχείον Ελληνικόν, εμείναμεν ολόκληρον την ημέραν και το εσπέρας. Την επομένην ητοιμάσθημεν ν’ αναχωρήσωμεν δι’ Άγιον Όρος και μεταβάντες εις το Τελωνείον, δεν μας επέτρεψαν ν’ αναχωρήσωμεν. Δεν θα φύγετε, μας είπον, διότι είσθε κατάσκοποι! Τους είπομεν ότι τοιούτον τι δεν συμβαίνει και, εφ’ όσον τα διαβατήριά μας είναι επικυρωμένα από το Τουρκικόν Προξενείον και την Πρεσβείαν, οφείλουν να μας επιτρέψουν ν’ αναχωρήσωμεν, αλλ’ ουδεμίαν σημασίαν έδωκαν εις τους λόγους μας.

Δεν μας εφυλάκισαν, αλλά μας είχον υπό επιτήρησιν αυστηράν, και εις το ξενοδοχείον που εμέναμεν εφύλαττον στρατιώται, και όταν εξηρχόμεθα μας παρηκολούθουν πάντοτε στρατιώται. Εμείναμεν ούτω αρκετάς ημέρας. Τα χρήματα ολιγόστεψαν και ηρχίσαμεν να στενοχωρούμεθα. Μίαν ημέραν λέγω εις τον φίλον μου Νικόλαον. Θα υπάγω εις το κονάκι να παρουσιασθώ εις τον Πασά, ίσως μας επιτρέψη εκείνος ν’ αναχωρήσωμεν. Την επομένην εγερθείς λίαν πρωί μετέβην πρώτον εις τον Τάφον του Αγίου Δημητρίου και προσκυνήσας παρεκάλουν μετά κατανύξεως και δακρύων τον Άγιον να μεσιτεύση προς τον Κύριον να αφεθώμεν ελεύθεροι και υπάγωμεν εις το Άγιον Όρος. Αφού προσηυχήθην ικανήν ώραν και εκάθησα ολίγον να αναπαυθώ, μοι ήλθεν εις τον λογισμόν μου το μαρτύριον του Αγίου Δημητρίου· πώς ελογχεύθη και απέθανε διά την αγάπην του Χριστού και την πίστιν μας την αγίαν, και πώς εδοξάσθη παρά Θεού και εν γη και εν ουρανώ και θα δοξάζεται εις τους αιώνας των αιώνων.

ger-filotheos6

Ο π. Φιλόθεος Ζερβάκος στην Σχολή υπαξιωματικών Αθηνών το έτος 1906 (περίπου).

Πέμπτη 22 Οκτωβρίου 2020

Γιατί υπάρχει τόσος πόνος στον κόσμο; Γέρων Κλεόπας Ηλιέ

 



Γιατί υπάρχει τόσος πόνος στον κόσμο;
του μακαριστού Γέροντος Κλεόπα

— Λέγει ο δίκαιος Ιώβ: «Αλλά άνθρωπος γεννάται κόπω» (Ιώβ 5,7). Ο Απόστολος Παύλος λέγει ότι όλα τα έργα γίνονται με κόπο και πόνο (Ρωμ.8,21). Ο πόνος στον κόσμο είναι καρπός της πτώσεως του ανθρώπου από τον παράδεισο (Πράξ. 3,16). Είναι καρπός της αμαρτίας (Ψαλμ.7,14-16).

Αλλ' όμως, εάν δεχώμεθα κάθε πόνο με υπομονή και ευχαρίστησι, λαμβάνουμε μεγάλη πνευματική ωφέλεια πολύτιμη για την σωτηρία της ψυχής μας. Γενικά βλέπουμε ότι, όσο πολλαπλασιάζεται η αμαρτία και η πλάνη στον κόσμο, τόσο αυξάνεται και ο πόνος, δηλαδή η πείνα, η σύγχυσις, οι πόλεμοι, οι παντός είδους ασθένειες και ο θάνατος. Η φροντίδα ημών των χριστιανών είναι να εγκαταλείψουμε την αμαρτία, να συμφιλιωθούμε με τον Θεό, να αποκτήσουμε τον φόβο του Θεού, την ταπείνωσι, την υπομονή και τότε όλα τα βάσανα μας θα ολιγοστεύσουν και θα έλθη μεγάλη ωφέλεια στις ψυχές μας.

Ο πόνος είναι αρραβών των αιωνίων βασάνων, η το αντίλυτρο των αμαρτιών μας; Ποιος είναι ο σκοπός της υπάρξεως του πόνου;

—Ο σκοπός του πόνου για τούς χριστιανούς είναι ένας και μοναδικός: Η συγχώρησις των αμαρτιών εδώ στην γη με κάθε είδους ασθένειες, στενοχώριες και θλίψεις, επίσης ο εξαγνισμός και η σωτηρία της ψυχής μας. Γι' αυτούς που δεν θέλουν να διορθωθούν και μετανοήσουν, ο πόνος είναι ο αρραβών των αιωνίων βασάνων. Ενώ αυτοί που δέχονται τον πόνο με υπομονή και με ευχαριστία στον Θεό και ζουν με μετάνοια, τότε είναι γι' αυτούς ο καλλίτερος δρόμος για την διόρθωσι και συγχώρησι των αμαρτιών των, διότι λυτρώνονται από τις αιώνιες θλίψεις της κολάσεως.

Βλέπουμε ότι εδώ στην γη αυτοί που υποφέρουν περισσότερο, είναι ειρηνικοί με τη συνείδησί των, ενάρετοι και ισχυροί απέναντι των πειρασμών, πλησιέστερα στον Θεό από τούς άλλους και σώζονται ευκολώτερα, όπως ο δίκαιος Ιώβ, ο πτωχός Λάζαρος, οι Άγιοι Απόστολοι, οι Μάρτυρες, οι Όσιοι και τόσοι άλλοι. Ενώ αυτοί που ζουν άνετα, είναι υγιείς, έχουν περιουσία και κάθε απολαυστικό στην γη, είναι συνήθως αδύνατοι στην πίστι, άσπλαχνοι, τυραννικοί, γαστρίμαργοι, εγωϊσταί, φοβούνται τον θάνατο και πεθαίνουν με βαρείες αμαρτίες, προς αιώνια τιμωρία των.

Ο πόνος επετράπη άνωθεν για την σωτηρία και την συγχώρησι των αμαρτιών μας και για την πνευματική μας πρόοδο, εάν εμείς τον δεχόμεθα με ευχαρίστησι, ως από το χέρι του Θεού, όπως λέγη ο προφήτης Δαβίδ: «Η ράβδος σου και η βακτηρία σου, αύται με παρεκάλεσαν» (Ψαλμ.22,5). Οπότε λοιπόν, η ράβδος και η βακτηρία του πόνου τους ευσεβείς και πιστούς χριστιανούς τους στηρίζουν, τους εμπνέουν στα καλά έργα, τους καθαρίζουν από τις αμαρτίες και τους καταξιώνουν μεγαλυτέρων στεφάνων και απολαύων στον ουρανό. Ενώ για τους κακοπροαίρετους, η ράβδος του πόνου είναι τιμωρία επάνω στην τιμωρία και χαλινός στο στόμα, διότι δεν θέλουν να πλησιάσουν τον Κύριο (Ψαλ.31,10).

Γέροντος Κλεόπα Ηλιέ
Πνευματικοί Διάλογοι
Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη"

Γέρων Κλεόπας Ηλιέ: Λόγος περί εξομολογήσεως

 



Ο όσιος Παΐσιος ο Μέγας λέγει ότι: «Η εξομολόγησις των λογισμών στον Πνευματικό είναι το θεμέλιο της πνευματικής ζωής και η ελπίς της σωτηρίας για όλους τους πιστούς»

Πατέρες και αδελφοί,

Ένα από τα μεγαλύτερα πνευματικά καθήκοντα των μοναχών αλλά και των λαϊκών χριστιανών, είναι η εξομολόγησις των αμαρτιών. Γι αυτό, όσα πρόκειται να είπω παρακάτω, θα έχουν σχέσι με αυτό το Μυστήριο.

Κατ’ αρχάς πρέπει να έχουμε υπ’ όψιν μας ότι όλοι οι άνθρωποι είμεθα αμαρτωλοί ενώπιον του Θεού, άλλοι περισσότερο και άλλοι ολιγώτερο. Αυτό μας το λέγει και η Αγία Γραφή ως εξής: «Τίς γάρ ων βροτός, ότι έσται άμεμπτος, ή ως εσόμενος δίκαιος γεννητός γυναικός;» (Ιώβ 15, 14), ενώ ο Ευαγγελιστής Ιωάννης λέγει στην πρώτη του επιστολή στίχο 8 και 9 «Εάν είπωμεν ότι αμαρτίαν ούκ έχομεν, εαυτούς πλανώμεν και η αλήθεια ούκ έστιν εν ημίν. Εάν ομολογώμεν τας αμαρτίας ημών, πιστός έστι και δίκαιος, ίνα αφή ημίν τας αμαρτίας και καθαρίση ημάς από πάσης αδικίας».

Η εξομολόγησις για να είναι σωστή και ευάρεστος στον Θεό, πρέπει να έκπληροί τις έξης προϋποθέσεις: 

  1. Πρέπει να γίνεται ενώπιον του Πνευματικού. 
  2. Να είναι πλήρης. Δηλαδή να περιλαμβάνη όλα τα γενόμενα αμαρτήματα από τον εξομολογούμενο από την παιδική του ηλικία η από την τελευταία του εξομολόγησι και να μη αποκρύπτη τίποτε απ’ αυτά.
  3. Να γίνεται με την θέλησή μας σύμφωνα με την Αγία Γραφή που λέγει: «Και εκ θελήματος μου εξομολογήσομαι αυτώ» (Ψαλμ. 21,7).
  4. Να γίνεται με ταπείνωσι και συντριβή, όπως λέγει η Γραφή: «καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην ο Θεός ούκ εξουδενώσει» (Ψαλμ. 50,18).
  5. Να είναι άσπιλος, δηλαδή να μη ενοχοποιή άλλους ο εξομολογούμενος, ούτε τους άλλους ανθρώπους, ούτε κάποιο από τα κτίσματα του Θεού, ούτε ακόμη και τον διάβολο, αλλά μόνο τον εαυτό του να θεωρή ένοχο και υπεύθυνο για τις πράξεις του, όπως λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος: «Εάν θέλης να κατηγορήσης κάποιον, μόνο τον εαυτό σου να κατηγορήσης», ενώ ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος λέγει: Λέγε και μη εντρέπεσαι: «ιδικό μου είναι το πρήξιμο, πάτερ, ιδική μου είναι και η πληγή από την ακηδία μου έγινε το τάδε και το τάδε έργο και όχι από άλ¬λον. Κανείς δεν είναι ένοχος γι’ αυτό ούτε άνθρωπος, ούτε πνεύμα, ούτε σώμα, ούτε κάποιος άλλος, παρά η οκνηρία μου».
  6. Πρέπει να είναι ειλικρινής, δηλαδή να λέγη την αλήθεια ο χριστιανός και μόνο αυτά τα οποία έκανε ο ίδιος χωρίς να φανερώνη ονόματα προσώπων με τα όποια έχουν σχέση οι αμαρτίες του. Ο Θεός αγαπά την αλήθεια, κατά την μαρτυρία της Γραφής που λέγει: «έστι γάρ αισχύνη επάγουσα αμαρτίαν, και έστιν αισχύνη δόξα και χάρις» (Σοφία Σειράχ 4, 21). Η εντροπή αυτή την οποία υπομένεις στην εξομολόγησι σε απαλλάσσει από την εντροπή εκείνη την οποία με αισθανθούμε όλοι οι άνθρωποι την φοβερά εκείνη ημέρα της Μελλούσης Κρίσεως, όπως λέγει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος στον 4ο Λόγο του: «Δεν γίνεται παρά μόνο με την εντροπή να λυτρωθής από την αιωνία εντροπή».
  7. Η εξομολόγησις να είναι αποφασιστική, δηλαδή να πάρουμε μία μεγάλη απόφασι ενώπιον του Πνευματικού ότι δεν με αμαρτήσουμε πλέον με την βοήθεια της θείας Χάριτος και μάλιστα, καλλίτερα χιλιάδες φορές να αποθάνουμε, παρά να αμαρτήσουμε με την θέληση μας. Όποιος δεν επήρε αυτή την απόφαση είναι με το ένα πόδι του στον Πνευματικό και με το άλλο στην αμαρτία. Μερικοί εξομολογούνται με το στόμα, ενώ με την καρδιά τους επιθυμούν πάλι την αμαρτία, ομοιάζοντες με τον σκύλο, ο όποιος επιστρέφει πάλι στο ίδιο ξέραμά του η με το χοίρο που, ενώ λούζεται και πλένεται, πάλι επιστρέφει μέσα στις λάσπες και κυλίεται.

Άλλοτε πάλι πολλοί πιστοί κάνουν την εξομολόγηση από συνήθεια, επειδή επλησίασε η Γέννησις του Κυρίου η το Πάσχα η διότι κινδυνεύουν να αποθάνουν. Διαβάζουμε στο Γεροντικό ότι ένας μεγάλος ησυχαστής έβλεπε τις ψυχές να κατεβαίνουν στον άδη, όπως πέφτουν οι νιφάδες του χιονιού στην περίοδο του χειμώνος, και αυτές όχι γιατί δεν εξομολογούντο, αλλά δεν εξομολογούντο σωστά και με την απόφαση να μην αμαρτήσουν πλέον. Γι’ αυτό λέγει ο Μέγας Βασίλειος ότι τίποτε δεν ωφελεί η εξομολόγησις αυτόν που εξομολογείται, αν δεν μισεί με την καρδιά του την αμαρτία, διότι δεν έχει καμμία ελπίδα διορθώσεώς του.
Στην συνέχεια σημειώνουμε τους τρόπους με τους oποίους ο πιστός, μετά την καθαρή εξομολόγηση που έκανε στον Πνευματικό, θα ημπορέση να διαφυλαχθή από τις διάφορες πτώσεις στην αμαρτία:

  • Πρώτος τρόπος αποφυγής της αμαρτίας είναι η μνήμη του θανάτου και των εξομολογηθέντων αμαρτιών. Αυτό έκανε ο Προφήτης Δαβίδ, ο όποιος, μετά την συγχώρησι που έλαβε από τον Θεό για τις δύο μεγάλες αμαρτίες του, είχε πάντοτε προ των οφθαλμών του τον θάνατο, όπως ο ίδιος λέγει: «Ότι την ανομία μου εγώ γινώσκω και η αμαρτία μου ενώπιον μου εστί διά παντός» (Ψαλμ. 50, 4).
    Η μνήμη του θανάτου μας βοηθή να μην αμαρτάνουμε όπως λέγει και η Γραφή: «Υιέ, μιμνήσκου τα έσχατα σου, και εις τον αιώνα ουχ αμαρτήσεις» (Σοφία Σειράχ 7,.16). Ενώ η υπενθύμισις των αμαρτιών δεν θα πρέπη να καταλήγη σε λεπτομέρειες, διότι υπάρχει ο κίνδυνος εκ¬δηλώσεως της εμπάθειας του ανθρώπου.
  • Μετά την εξομολόγηση ν’ αποφεύγονται οι αιτίες της αμαρτίας. Οι φιλόσοφοι λέγουν ότι, οι ίδιες αιτίες κηνούν πάντοτε στις ίδιες αμαρτίες. Προπαντός αυτοί που έπεσαν σε σαρκικές αμαρτίες πρέπει πολύ ν’ αποφεύγουν τις εμπαθείς φιλίες και συνομιλίες με πρόσωπα με τα όποια ημάρτησαν. Η Αγία Γραφή μας λέγει ότι «αυτός που φοβάται τον κίνδυνο, δεν θα πέση σ’ αυτόν» (Σοφία Σειράχ 3,25).
  • Το τρίτο όπλο αποφυγής της αμαρτίας είναι η συχνή εξομολόγησις. Απ’ αυτή προέρχονται πέντε ωφέλειες:
  1. Όπως τα πουλάκια δεν επιστρέφουν πάλι, όταν βρουν την φωλιά τους χαλασμένη, έτσι και οι δαίμονες φεύγουν για πάντα απ’ αυτούς που εξομολογούνται συχνά, διότι έτσι τους χαλούν τις φωλιές και τις παγίδες. Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης λέγει: «Για ποιά αιτία ο Νεεμάν ο Σύρος λούσθηκε επτά φορές, στον Ιορδάνη; Για να διδάξη όλους μας ότι πρέπει συχνά να εξομολογούμεθα, να λουζώμεθα στα νερά της μετανοίας». Και συνεχίζει λέγοντας: «Είπα να εξομολογούνται συχνά και οι Τιμιώτατοι Πατριάρχαι, αρχιερείς, Πνευματικοί, Ιερείς, διότι σε μερικούς τόπους εχάλασε η καλή αυτή συνήθεια για τέτοια ιερά πρόσωπα. Απορώ πράγματι. Για ποιά αιτία, προτρέπετε άλλους να κάνουν το έργο αυτό... διότι μόνο ο πάπας φαντάσθηκε τον εαυτό του αναμάρτητο και ποτέ οι πατριάρχαι και αρχιερείς της Ανατολικής Εκκλησίας». Ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος μας λέγει: «Εάν ομολογώμεν τας αμαρτίας ημών, πιστός έστι και δίκαιος, ίνα άφη ημίν τας αμαρτίας και καθαρίση ημάς από πάσης αδικίας» (Α΄ Ιωάν. 1,4).
    Εάν δεν γίνεται συχνή εξομολόγησις, δυσκολότερα ξερριζώνονται τα πάθη από μέσα μας. Όπως το γέρικο και μεγάλο δένδρο δεν μπορεί να κοπή με μία μόνο τσεκουριά, έτσι και ένα συνηθισμένο κακό δεν μπορεί να εκδιωχθή με μία μόνο συντριβή της καρδίας, αλλά με πολλές.
  2. Ο άνθρωπος που εξομολογείται συχνά, διατηρεί ευκολώτερα στην μνήμη του τα παραπτώματα που διέπραξε από την τελευταία έξομολόγησι του, εν αντιθέσει με εκείνον που εξομολογείται σπανίως και δυσκολεύεται να κάνη ακριβή και λεπτομερή εξομολόγησι. Γι’ αυτό ο διάβολος, όταν θα εμφανισθή στην ώρα του θανάτου του, δεν θα έχη να του παρουσιάση τίποτε, εφ’ όσον πάντοτε λεπτομερώς τα εξωμολογείτο.
  3. Αυτός που εξομολογείται συχνά, έστω και να πέφτη στο ίδιο θανάσιμο ίσως αμάρτημα, τρέχει αμέσως να εξαγορεύση την αμαρτία του, λαμβάνει πάλι την άφεσι και την Χάρι του Θεού και έτσι ελαφρύνει την συνείδησί του από το βάρος της αμαρτίας.
  4. Η τέταρτη ωφέλεια είναι ότι ο εξομολογούμενος συχνά, εάν τον εύρη η ώρα του θανάτου, είναι ψυχικά έτοιμος, έχει την Χάρι του Θεού και την ελπίδα της σωτηρίας του. Ο Μέγας Βασίλειος λέγει ότι: «Ο διάβολος πηγαίνει πάντοτε στην ώρα του θανάτου των δικαίων και των αμαρτωλών, μήπως και εύρη τον άνθρωπο στην αμαρτία για να του πάρη την ψυχή».
  5. Η πέμπτη ωφέλεια είναι ότι ο εξομολογούμενος συχνά αγωνίζεται να εγκρατεύεται από την αμαρτία, ενθυμούμενος ότι πριν ολίγες ημέρες πάλι εξομολογήθηκε και έχει να λάβη κανόνα και μεγάλη εντροπή ενώπιον του Πνευματικού του, ο όποιος με τον ελέγξη γι’ αυτά που πάλι έκανε.
  6. Το τέταρτο όπλο αποφυγής της αμαρτίας είναι η ενθύμησις της εσχάτης Κρίσεως και η απόκρισης που με δώση ο Δίκαιος Κριτής την ήμερα εκείνη στους αμαρτωλούς: «Πορεύεσθε απ’ εμού οι κατηραμένοι εις το πυρ το αιώνιων το ήτοιμασμένον τω διαβόλο και τοις αγγέλοις αυτού» (Ματθ. 25, 41).
  7. Το πέμπτο όπλο είναι η μνήμη των αιωνίων βασάνων του Άδου, δηλαδή η μνήμη ότι η αμαρτία μας αποχωρίζει από τον Θεό και την ευφροσύνη των δικαίων και ότι τα αιώνια βάσανα του Άδου, τα όποια, όταν τα σκεπτώμεθα, δεν με βασανίσουν την ψυχή μας, διότι η ενθύμησίς τους με μας προκαλέση μετανοια.

Και τώρα εν κατακλείδι αυτού του κηρύγματος μου, παρακαλώ όλους τους αγαπητούς μου αδελφούς, που με διαβάσουν αυτές τις σειρές να προσεύχωνται για μένα τον ανάξιο και πολύ αμαρτωλό να με βοηθήση ο Θεός να θέσω και εγώ μία καλή αρχή και να μη ξεχάσω αυτά που σάς είπα. Αμήν.

Ιερομονάχου Κλεόπα Ηλιέ
«Πνευματικοί Λόγοι»
εκδ. Ορθόδοξη Κυψέλη»
Θεσσαλονίκη 1992

Γέροντας Κλεόπας Ηλιέ: Οι 12 βαθμοί της αμαρτίας

 



"Πνευματικοί Λόγοι"
Γέροντος Κλεόπα Ηλιέ

Περί αμαρτίας και των 12 βαθμών αυτής

«Το δε κέντρον του θανάτου η αμαρτία» (Α' Κοριν. 15,56).
«Μυρμηκολέων ώλετο παρά το μη έχειν βοράν» (Ιώβ 4,11).

Πριν αρχίσω με ολίγα λόγια σας λέγω ένα παράδειγμα: Έχετε ιδή, όταν κάποτε πάρη φωτιά ένα σπίτι η μία θημωνιά από χόρτο η άχυρο; Εάν συμβή να έχη κάποιος πρόχειρα εκεί ένα λέβητα νερό, μπορεί εύκολα να σβήση την φωτιά, πριν αυτή εξαπλωθή εάν όμως επεκταθή, χρειάζεται πολύς κόπος και πολύ νερό για να κατασταλή. Μάλιστα μερικές φορές είναι αδύνατον να αναχαιτισθή η δύναμις και ορμή της φωτιάς. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με την αμαρτία σε εμάς: Όταν με προσοχή και επαγρύπνησι βλέπουμε τις πρώτες κινήσεις του σατανά για να εισέλθη μέσα στον νου μας η πονηρά σκέψις και επιθυμία και αντιδρούμε νοερά με την επίκλησι του Ονόματος του Χρίστου, αμέσως με σβήση η φλόγα της αμαρτωλής σκέψεως και με απαλλαγή η ψυχή μας από την αιχμαλωσία της. Ενώ, όταν δεν αγρυπνούμε στον κατάλληλο καιρό και δεν επικαλούμεθα τον Θεό με την καρδιά μας, η αμαρτία φυτρώνει στον νου μας, αυξάνεται, όπως το δένδρο, και μας πολεμά με δύναμι για να μας οδηγήση στην απώλεια.

Η συνέχεια του λόγου μας αυτού με αναφέρεται για την αμαρτία και τους βαθμούς εκδηλώσεως αυτής.

Αλλά τί είναι αμαρτία; Η αμαρτία, κατά τις μαρτυρίες των Αγίων Γραφών, είναι: παράβασις του νόμου του Θεού (Ρωμ. 5,13 και Ιακώβ.2,9), η αμαρτία είναι το κέντρον του θανάτου κατά τον απόστολο Παύλο (Α' Κορ. 15,56), είναι έργο του σκότους (Ρωμ. 13,13) και βδέλυγμα ενώπιον του Κυρίου. Είναι καρπός των κακών επιθυμιών (Ιακώβ. 1,15) και έργο του διαβόλου. Κατά το Λευιτικό (15,31) είναι ακαθαρσία και έργο της σαρκός δηλ. μοιχεία, πορνεία, ακαθαρσία, ασέλγεια (Γαλ. 5,19). Ο Θεός βλέπει με μεγάλο μίσος την αμαρτία (Δευτερ. 17,225,16) και η οργή του Θεού έρχεται στους ανθρώπους της αμαρτίας (Λευϊτ. 26, 21-28). Ο ίδιος ο Σωτήρ μας απέθανε επί του σταυρού για τις αμαρτίες μας. Αυτά τα ολίγα χωρία είναι αρκετά για να μας δείξουν τι είναι η αμαρτία.

Ωφέλεια σε εμάς δεν είναι μόνο να γνωρίζουμε τί είναι η αμαρτία, αλλά πρέπει να μάθουμε πώς μας εξαπατά και μας υποδουλώνει και ποιές είναι οι μορφές αναπτύξεως της, όταν εισέρχεται μέσα μας και μέχρι που φθάνει ώστε τελείως να κυρίαρχη μέσα μας και να μας οδηγώ στην πρόσκαιρη και αιώνια καταδίκη. Για την ανεύρεσι αυτού του έργου είναι ανάγκη να θέσουμε την επόμενη ερώτησι: Για ποία άραγε αιτία ονομάζει η Αγία Γραφή τον διάβολο και την αμαρτία «Μυρμηκολέοντα» (Ιώβ 4:11). Την απορία μας επεξηγεί ο θείος πατήρ Νείλος ο Ασκητής, ο οποίος μας φανερώνει ότι ο διάβολος και οποιοδήποτε πάθος ονομάζεται «μυρμηκολέων», επειδή στην αρχή η αμαρτία εμφανίζεται ως μυρμήγκι και στο τέλος ως λέων, εάν δεν προλάβουμε να τον φονεύσουμε εγκαίρως με την προσευχή. Η αμαρτία είναι ένας πονηρός διάβολος, λέγει ο άγιος Εφραίμ ο Σύρος, ο όποιος μας υποκλέπτει σταδιακώς, έως ότου τελείως μας αιχμαλώτιση. Εκείνος όμως, που επαγρυπνεί από την αρχή, τον φονεύει εν όσω είναι ακόμη μηρμήγκι και δεν τον αφήνει να αποκτήση την δύναμι του λέοντος.

Συχνά σας υπενθύμιζα, με την ευκαιρία παρομοίων λόγων μου ότι το θεμελιώδες έργο μας είναι να διακόπτουμε την είσοδο της αμαρτίας διά των αγαθών σκέψεων του νου μας. Αυτό το θείο έργο, κατά τους Αγίους Πατέρας, ονομάζεται νοερά νήψις η φυλακή του νου και γεννάται σε εμάς από τον φόβο του Θεού. Ενώ ο φόβος του Θεού, κατά τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, γεννάται μέσα μας από την πίστι προς τον Θεό: «Όποιος πιστεύει φοβείται, ενώ όποιος φοβείται αγρυπνεί» (Α' εκατοντας κεφ. περί Αγάπης).

Συνεπώς, αδελφοί μου, μακάριος και τρισμακάριστος είναι ο άνθρωπος που έχει τον θείο φόβο, διότι, κατά την μαρτυρία των Γραφών, λόγω του φόβου του Θεού, κάθε άνθρωπος απομακρύνεται από το κακό (Παροιμ. 8,13). Γι’ αυτό ο προφήτης Δαβίδ λόγω του θείου του φόβου τον ωνόμασε αρχή σοφίας «Αρχή σοφίας φόβος Κυρίου, σύνεσις δε αγαθή πάσι τοις ποιούσιν αυτήν» (Ψαλμ. 110,10). Ενώ ο Σολομών φιλοσόφησε περισσότερο για τον φόβο του Κυρίου, λέγοντας ότι ο φόβος του Κυρίου είναι σχολή της σοφίας, και το βιβλίο της σοφίας Σειράχ λέγει ότι «φόβος Κυρίου δόξα και καύχημα και ευφροσύνη και στέφανος αγαλλιάματος... επιστήμην και γνώσιν συνέσεως εξώμβρησεν και δόξαν κρατούντων αυτήν ανύψωσε» (1, 11-19).

Ο φόβος του Θεού, σύμφωνα με τις γραφικές μαρτυρίες που προανέφερα, γεννά μέσα μας δυνατή πίστι σ’ Αυτόν, η οποία με την σειρά της γεννά την φυλακή του νου η νήψι που μας είναι αναγκαιοτάτη στον αγώνα μας εναντίον των παθών και αμαρτιών μας. Ο άγιος Ησύχιος Ιεροσολύμων μας λέγει ότι η νήψις είναι η οδός για κάθε αρετή και εντολή του Θεού. Εναντίον της νήψεώς μας μάχεται το πάθος της λησμονιάς, όπως γι’ αυτήν μας λέγει ο ίδιος αββάς Ησύχιος, ότι καταραμένη να είναι η λήθη που καταστέλλει την προσοχή, όπως το νερό την φωτιά.

Ο Απόστολος Παύλος μας λέγει ότι να μη δίνουμε τόπο στον διάβολο (Εφ. 4,27), αλλά αυτό το έργο μπορεί να το επιτύχη μόνο εκείνος που μισεί από καρδίας την αμαρτία και εναντιούται στην πρώτη κιόλας εμφάνισί της.

Στην συνέχεια με σας δείξω ποιές είναι οι βαθμίδες της αμαρτίας, αρχίζοντας από την πρώτη:

Η πρώτη βαθμίς της αμαρτίας είναι, όταν κάποιος κάνη το καλό όχι με καλό σκοπό και για την δόξα του Θεού. Αυτό μας το δηλώνη και ο θείος πατήρ Ιωάννης ο Δαμασκηνός όταν λέγη: «ότι το καλό δεν είναι καλό, όταν δεν γίνεται με καλό τρόπο», ενώ ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής λέγει ότι «ο Θεός σ’ όλα τα έργα μας εξετάζει το σκοπό των, δηλ. τα εργαζόμεθα γι’ Αυτόν η για κάποιον άλλον;» Πρέπει να καταλάβουμε ότι αγαθά έργα έχει το σώμα και η ψυχή. Αρετές του σώματος είναι τα διάφορα πνευματικά έργα του, είτε νηστεία, αγρυπνία, ελεημοσύνη και άλλα, ενώ αγαθό έργο της ψυχής λογίζεται πρώτα ο σκοπός με τον οποίον γίνονται τα έργα αυτής. Εάν ο σκοπός είναι καλός και για την δόξα του Θεού, τότε και το έργο είναι ωφέλιμο, ενώ, εάν ο σκοπός είναι πονηρός και το καλό έργο πονηρό γίνεται και χάνει κανείς τον μισθό του από τον Θεό. Ο Απόστολος Παύλος μας λέγει να κάνουμε τα πάντα για την δόξα του Θεού (Α' Θεσ. 4,1). Ενώ ο θείος Μάξιμος λέγει ότι, όταν ακούης την Γραφή να λέγη ότι ο καθένας θα πληρωθή κατά τα έργα του, να γνωρίζης ότι ο Θεός δεν θα πληρώση με δίκαιο μισθό τα έργα των που δεν έγιναν με αγαθό σκοπό. Διότι η κρίσις του Θεού δεν παρατηρεί τα γενόμενα έργα, αλλά τον σκοπό για τον όποιο έγιναν.

Δεύτερη βαθμίς αμαρτίας είναι όταν κανείς δεν εργάζεται τέλεια το αγαθό. Ενα παράδειγμα: Κάποιος προσεύχεται στον Θεό, όχι με τον νου και την καρδιά, αλλά μόνο με το στόμα και τα χείλη, διότι αφήνει να διασκορπίζεται ο νους του στα παρόντα και φθαρτά αυτού του κόσμου. Σ’ ένα τέτοιο άνθρωπο που προσεύχεται εξωτερικά, αρμόζει ο λόγος του προφήτου Ησαΐου, που λέγει ότι, «πολύ πλησίον είσαι Κύριε με το στόμα των, αλλά πολύ μακριά από την καρδιά των» (29,13).

Η όταν κάποιος κάνη ελεημοσύνη όχι με ιδικούς του κόπους, αλλά από αρπαγές και κλοπές. Επίσης όταν κάποιος νηστεύη από φαγητά και ποτά, αλλά όχι και από τις αμαρτίες των αισθήσεων, του νου και της καρδίας. Ο άγιος Εφραίμ ο Σύρος λέγει ότι ο Θεός διέταξε τον Μωϋσή να κατασκευάση κατά τέλειο τρόπο την Σκηνή του Μαρτυρίου, για να διδάξη και εμάς με τέλειο τρόπο να μετανοούμε ενώπιόν Του. Και όπως ο για την θυσία προσφερόμενος αμνός με έπρεπε να είναι άμωμος, χωρίς δηλ. σωματικά ελαττώματα και ασθένειες, έτσι και τα έργα μας να τα επιτελούμε με τέλειο τρόπο.

Η τρίτη βαθμίς της αμαρτίας είναι η προσβολή του κακού λογισμού που πλησιάζει αθόρυβα με εμπαθείς διαθέσεις. Ιδού ένα παράδειγμα: Μία σκέψις γυναικείου προσώπου η χρημάτων η κενοδοξίας η οργής τα όποια προσβάλλουν την καθαρότητα της μνήμης.

Τέταρτη βαθμίς της αμαρτίας είναι ο συνδιασμός, δηλ. η ψυχή μας συνομιλεί ευχαρίστως με τις πονηρές σκέψεις.

Η πέμπτη βαθμίς είναι η νοερά μάχη με τους κακούς λογισμούς, από την οποία εξαρτώνται και οι άλλοι βαθμοί της αμαρτίας. Η ψυχή μετά την συγκατάθεσί της, αρχίζει να ανησυχή και αποφασίζει να αγωνισθή με την παρουσία των καλών λογισμών και προπαντός με την νοερά προς τον Κύριο προσευχή.

Η έκτη βαθμίς της αμαρτίας είναι η συγκατάθεσις που δεν αρκείται πλέον στην συνομιλία με τον λογισμό, αλλά, λόγο φιλαυτίας και εμπάθειας, ενδίδει σ’ αυτόν και ο άνθρωπος τον δέχεται πλέον στον νου του, για να τον πράξη.

Η έβδομη βαθμίς είναι η με τον νου αμαρτία, όπως μας λέγει ο Θείος Μάξιμος: «Όταν ο άνθρωπος συγκατατεθή νοερά να δεχθή την κακή σκέψι, πιέζεται από τον εχθρό να εντυπώση, αυτήν στον νου του τόσο δυνατά, ωσάν να την είχε κάνει και με το έργο». Όταν φθάση ο άνθρωπος σ’ αυτή την κατάστασι, τότε η αμαρτία με τις φαντασίες και κακές παραστάσεις, πατεί σχεδόν στο έδαφος της αναισθησίας και βαδίζει για την προσβολή των σωματικών αισθήσεων, όπως μας φανερώνη ο ίδιος θείος πατήρ, λέγοντας: «Όπως το σώμα έχει ως κόσμημα τα έργα, έτσι και ο νους έχει τις ιδέες. Και όπως το σώμα πορνεύη με το σώμα της γυναικός, έτσι και ο νους πορνεύει με την ιδέα της γυναικός, δηλ. με την μορφή του προσώπου της». Γι’ αυτό ο ίδιος άγιος Μάξιμος μας συμβουλεύει τα έξης: «Μη δέχεσαι τις κακές ιδέες για να μη αναγκάζεσαι να υποχωρής στο κακό και στα έργα αυτού. Διότι, όταν κάποιος δεν αμαρτάνη με τον νου, ούτε με το έργο δεν θα αμαρτήση».

Επίσης πρέπει να γνωρίζουμε ότι ο πόλεμος είναι δυσκολώτερος  απ’ αυτόν που γίνεται με όπλα και άλλα μέσα ανθρώπινα. Ο κίνδυνος της πτώσεως με τον νου μας προσβάλλει ευκόλως και σε οποιοδήποτε χώρο και χρόνο. Εάν, κάποιος, επί παραδείγματι, θελήση να αμαρτήση με τα έργα της πορνείας, πρέπει να τον διευκολύνουν τρεις παράγοντες, οι έξης: ο κατάλληλος τόπος, ο κατάλληλος χρόνος και το όργανο της αμαρτίας, δηλ. το σώμα με το όποιο θέλει να αμαρτήση.

Ενώ στην νοερά αμαρτία κανένας απ’ αυτούς τους παράγοντες δεν χρειάζεται προκειμένου να αμαρτήση, διότι με τον νου μπορούμε να αμαρτάνουμε σε οποιονδήποτε τόπο και χρόνο και όταν ακόμη δεν έχουμε μπροστά μας το προκλητικό της αμαρτίας όργανο με το όποιο θέλουμε να αμαρτήσουμε. Αλλά, όπως φαίνεται, ευκολώτερη και πλέον επιρρεπής είναι η αμαρτία με τον νου μας, διότι την κάνουμε οπουδήποτε ευρισκόμεθα.

Η ογδόη βαθμίς της αμαρτίας είναι η επιτέλεσίς της με το έργο. Όταν κάποιος δεν αγωνισθή, το κατά δύναμι, στις προηγούμενες φάσεις της αμαρτίας και επιτρέψη σ’ αυτήν να τον αιχμαλώτιση νοερά, τότε οδηγείται σταθερά στην εκτέλεσι της αμαρτίας και τελειώνει το έργο ψυχή τε και σώματι. Αυτό συμβαίνει όχι μόνο με την αμαρτία της οποιαδήποτε ακολάστου πράξεως, αλλά και με οποιαδήποτε άλλη, όπως της γαστριμαργίας, της φιλαργυρίας, του φόνου, της μέθης, της κλοπής και άλλων.

Η εννάτη βαθμίς είναι η εξοικείωσις με την αμαρτία. Ένας έμπειρος Πνευματικός μπορεί να εύρη εύκολα, κατά την ώρα της εξομολογήσεως από το στόμα δηλ. του εξομολογουμένου, σε ποιά βαθμίδα της αμαρτίας εκείνος ευρίσκεται. Διότι, εάν, επί παραδείγματι, αυτός τον ερωτήση: «Αδελφέ, γιατί κάνεις το τάδε και το τάδε αμάρτημα; Εκείνος σίγουρα θα του απαντήση: «Πάτερ, μου έγινε συνήθεια και αυτό» (είτε γίνεται λόγος περί πορνείας, κλοπής, ψευδορκίας και άλλης αμαρτίας). Στην περίπτωσι αυτή μόνος του δείχνει το στάδιο της αμαρτίας στο όποιο ευρίσκεται.

Η δεκάτη βαθμίς της αμαρτίας είναι η δημιουργία του πάθους λόγω της μεγάλης συνήθειας. Εδώ, σ’ αυτή την βαθμίδα μπορεί ο κάθε Πνευματικός να γνωρίση από την εξομολόγησι του χριστιανού σε ποιά αμαρτωλή κατάστασι ευρίσκεται, διότι, εάν τον ερωτήση: «Αδελφέ, γιατί δεν εγκαταλείπης αυτή την αμαρτία; Γιατί π.χ. δεν αφήνης την μέθη, το κάπνισμα η οποιοδήποτε άλλο;» Και εκείνος άπαντα: «Δεν μπορώ, πάτερ, διότι με κυρίευσε αυτό το πάθος, δώστε μου μία συμβουλή για να απαλλαγώ από το τάδε ή τάδε αμαρτωλό πάθος». Τότε ο Πνευματικός, μαθαίνοντας ότι αυτός είναι στην πλέον επικίνδυνη και δύσκολη βαθμίδα, πρέπει να επιστρατεύση όλη του την πνευματική τέχνη και επιμέλεια, για να τον απαγκιστρώση από τα δεσμά της αμαρτίας, πράγμα που είναι βεβαίως δυσκολοκατόρθωτο, επειδή η συνήθεια γίνεται σ’ αυτόν δευτέρα φύσις και αναγκάζει τον άνθρωπο να αμαρτάνη είτε το θέλει είτε δεν το θέλει.

Διότι, εφ’ όσον είναι αιχμάλωτος της αμαρτίας και της συνήθειας στο κακό, συγχρόνως είναι και δούλος του διαβόλου. Γι’ αυτό λέγει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης: «Ο ποιών την αμαρτίαν εκ του διαβόλου εστίν, ότι απ’ αρχής ο διάβολος αμαρτάνει» (Α' Ιωάν. 3,8) και άραγε δείχνει με την υποταγή του στην αμαρτία ότι είναι του διαβόλου. Για την δικαία κατάστασι της θλίψεως και τιμωρίας ενός τέτοιου ανθρώπου, η Αγία Γραφή, αναφερομένη σ’ αυτή την φάσι λέγει: «Ο ποιών την αμαρτίαν δούλος εστί της αμαρτίας» (Ιωάν. 8,34).

Η ενδεκάτη βαθμίς της αμαρτίας είναι η απελπισία, η οποία είναι και η χειρότερη από όλες, διότι οδηγεί τον άνθρωπο στον παρόντα και αιώνιο θάνατο. Όταν ο διάβολος υποδούλωση τον άνθρωπο με την αμαρτία μέχρι του βαθμού της συνήθειας, τότε του λέγει στο αυτί: «Βλέπεις, ότι συνήθισες πλέον αυτή την αμαρτία, από την οποία δεν μπορείς να λυτρωθής, διότι θέλοντας και μη την επιτελείς; Οπότε, μη σκέπτεσαι να μετανοήσης και επιστρέψης στον Θεό, διότι από εδώ και στο εξής δεν μπορείς να απαλλαγής απ’ αυτήν, την οποία αγάπησες από την παιδική η νεανική σου ηλικία η επί τόσα χρόνια». Συνεπώς συμβουλεύει τον άνθρωπο να αμαρτάνη πάντοτε, λέγοντας του: «Έτσι και αλλιώς μέχρι τώρα όλα τα έχασες, γι’ αυτό όσο ευρίσκεσαι στην ζωή αυτή, κύτταξε να άπολαύσης την αμαρτία, την οποία εσυνήθισες και από την οποία, όπως βλέπης, δεν μπορείς να σωθής». Έτσι λοιπόν, με την ρομφαία της απελπισίας τον αποκόπτει από την ελπίδα της σωτηρίας της ψυχής του. Και εάν είναι ο άνθρωπος μορφωμένος, τον διδάσκει ο πονηρός να αναβάλλη την επιστροφή του στον Θεό και την εγκατάλειψι της αμαρτίας, λέγοντας του: «Μήν αφήνης την αμαρτία τώρα, διότι έχεις ακόμη καιρό». Αλλά και αυτή η συμβουλή του διαβόλου αποσκοπεί για να στερεώση τον άνθρωπο, όσο γίνεται περισσότερο, στην θανατηφόρο συνήθεια της αμαρτίας, επειδή γνωρίζει ο πονηρός εχθρός μας, ότι αυτοί που δεν εγκαταλείπουν σήμερα την αμαρτία, αργότερα είναι ακόμη δυσκολώτερο να την εγκαταλείψουν. Όπως λέγουν και οι Άγιοι Πατέρες, η αμαρτία ομοιάζει με ένα καρφί που το καρφώνει κάποιος σε ένα σκληρό ξύλο. Εάν το εκτύπησε ελαφρά, μπορεί εύκολα να το βγάλη, ενώ εάν το εκτύπησε δυνατά, με πολλή δυσκολία με μπορέση να το βγάλη. Συνεπώς, κανείς ας μη εξαπατάται διότι, εάν δεν εγκαταλείψη σήμερα την αμαρτία στην οποία αιχμαλωτίζεται, αργότερα δεν θα μπορέση να την αποβάλη. Όσο παλαιώνει η αμαρτία μέσα μας, τόσο δυσκολώτερα στο μέλλον μπορούμε να την εκριζώσουμε. Και όσο περισσότερες φορές κάνει ο άνθρωπος την αμαρτία, τόσο και ο διάβολος τον πολεμά με αυτήν για να τον ρίξη στην απελπισία, από την οποία δεν μπορεί πλέον να επιστρέψη στον Θεό.

Εάν δεν προλάβη να εξομολογηθή στον Πνευματικό, οδηγείται κατ’ ευθείαν, χωρίς χρονοτριβή στην δωδεκάτη βαθμίδα της αμαρτίας που είναι η αυτοκτονία, ο φοβερώτερος σωματικός και πνευματικός θάνατος, όπως του προδότου Ιούδα. Αφού έκανε την προδοσία του Σωτήρος μας ο Ιούδας, αντί να επιστρέψη με βαθειά μετάνοια και να κλαύση με στεναγμούς, όπως ο Απόστολος Πέτρος, απελπίσθηκε τελείως, έριξε τα αργύρια στον ναό και κρεμάσθηκε.

Λοιπόν, πατέρες και αδελφοί, εμνημονεύσαμε σ’ αυτό τον λόγο μας εν συντομία για τις 12 βαθμίδες της αμαρτίας. Πριν ομιλήσουμε γι’ αυτές, παρουσιάσαμε μερικές μαρτυρίες από την Γραφή και τους Πατέρας για τον φόβο του Θεού και την νοερά νήψι διότι όποιος έχει τον φόβο του Θεού και αγρυπνεί στην πρώτη εμφάνιση του πονηρού λογισμού, οπλίζεται με την αγία προσευχή και λυτρώνεται με μεγάλη ευκολία από την δουλεία της αμαρτίας. Όποιος δεν θέλει να γρηγορή και εξουδενώνη ενωρίς την αμαρτία, ενώ ακόμη είναι σαν το μυρμήγκι, με φθάση, όπως είπα και στην αρχή, να πολεμά με λέοντα, από τον όποιο είναι πιο δύσκολο να λυτρωθή κανείς.

Εν κατακλείδι αυτού του λόγου μου σάς λέγω ακόμη: Μακαρία είναι εκείνη η ψυχή η οποία φοβείται τον Θεό και σε κάθε καιρό και τόπο φυλάγει τον νου και την καρδιά της από τους αμαρτωλούς λογισμούς με την βοήθεια της ιεράς προσευχής και του μίσους κατά της αμαρτίας.

Και πάλι, μακάριος να είναι ο Πνευματικός εκείνος πατήρ, που εργάζεται την σωτηρία των ψυχών και κατορθώνει να αντιλαμβάνεται στο μυστήριο της εξομολογήσεως σε ποιό στάδιο της αμαρτίας ευρίσκεται ο εξομολογούμενος, ώστε κατόπιν με όλη την πείρα και πνευματική τέχνη του να τον επαναφέρη στον δρόμο του Θεού.

Ας μη ξεχνάμε ότι οι χειρότερες μορφές της αμαρτίας που θέλουν μεγάλη προσοχή είναι τρεις: Η συνήθεια της αμαρτίας, η αιχμαλωσία και η απελπισία, η οποία πλησιάζει τα όρια της τελείας εγκαταλείψεως και από όπου ο άνθρωπος πίπτει στα βάθη της κολάσεως με την αυτοκτονία, πέραν από την οποία δεν υπάρχει σωτηρία. Είθε όλοι μας να λυτρωθούμε από τέτοιες δυσάρεστες καταστάσεις με το έλεος του Παναγάθου Θεού και Σωτήρος ημών Χριστού, με τις πρεσβείες της Μητρός Αυτού Αειπαρθένου Μαρίας και πάντων των Αγίων Του. Αμήν.

Ιερομονάχου Κλεόπα Ηλιέ
«Πνευματικοί Λόγοι»
εκδ. Ορθόδοξη Κυψέλη»

Θεσσαλονίκη 1992

Όλοι οι άνθρωποι έχουν την Χάρη του Αγίου Πνεύματος; Γέρων Κλεόπας Ηλιέ

 


Πνευματικοί διάλογοι με τον μακαριστό Γέροντα Κλεόπα Ηλιέ

Όλοι οι άνθρωποι έχουν την Χάρι του Αγίου Πνεύματος;
Ειδωλολάτραι, κακοί χριστιανοί, αιρετικοί, σχισματικοί, χριστιανοί
με θανάσιμα αμαρτήματα;

Στην Καινή Διαθήκη, η Χάρις του Αγίου Πνεύματος υποσχέθηκε από τον Θεό να δοθή σ' όλους αυτούς που θα πιστεύσουν στον Ιησού Χριστό (Ησαΐου 44,3 Πραξ. 11,17). Ιδιαίτερα δόθηκε στους Αγίους Αποστόλους (Ιωάν. 20,22 Πράξ. 1,8).

Οι ειδωλολάτραι, άπιστοι και αποστάται δεν έχουν την Χάρι του Αγίου Πνεύματος «Ούτοι εισίν οι αποδιορίζοντες, ψυχικοί, Πνεύμα μη έχοντες» (Ιούδα 19-20). Στους έσχατους καιρούς «πολλοί ψευδοπροφήται και ψευδόχριστοι» θα δείξουν με πονηρία ότι έχουν την Χάρι του Αγίου Πνεύματος και θα κάνουν μεγάλα σημεία και φαινομενικά θαύματα με την δύναμι του σατανά για να πλανήσουν πολλούς, όπως λέγη ο Χριστός (Ματθ. 24, 24 και Μάρκ. 13, 22), να πλανήσουν τούς εκλεκτούς και να τους απομακρύνουν από την αληθινή πίστι (Αποκ. 19,20). Μάγοι, ψευδοπροφήται, απατεώνες, θαυματοποιοί είναι μισητοί ενώπιον του Θεού (Λευϊτ. 20,27 και Δευτ. 18,10-12). Ο Θεός δεν ακούει τους θαυματοποιούς που κάνουν σημεία με την δύναμι του Σατανά (Λευϊτ. 11,31 20,6 Δευτ.13,3).

Οι Χριστιανοί που πέφτουν στα μεγάλα αμαρτήματα λυπούν τό Άγιο Πνεύμα (Εφεσ. 4,30). Δεν χάνουν όμως την Χάρι της σωτηρίας των. Εάν θα επιστρέψουν με όλη των την καρδιά διά της μετανοίας, της εξομολογήσεως και της επιτελέσεως αγαθών έργων, πάλι αποκτούν πλούσια την Χάρι του Αγίου Πνεύματος (Πραξ. 2,38). Οι αιρετικοί και σχισματικοί δεν έχουν την Θεία Χάρι διότι αμάρτησαν ενώπιον του Αγίου Πνεύματος και έχει αποδειχθή η κακία της απιστίας των, που είναι ενάντια προς την αληθινή πίστι του Χριστού.

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΚΛΕΟΠΑ ΗΛΙΕ
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΙ ΔΙΑΛΟΓΟΙ
Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη"

Ιερωσύνη στην Παλαιά και στην Καινή Διαθήκη Γέρων Κλεόπας Ηλιέ

 


Του μακαριστού Γέροντος Κλεόπα Ηλιέ

Περί Ιερωσύνης κατά την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη και περί των καθηκόντων του Ιερέως

«Σύ ει Ιερεύς εις τον αιώνα κατά την ταξιν Μελχισεδέκ» (Ψάλμ. 109,4).

Αδελφοί και Πατέρες,

Επειδή και εγώ ο αμαρτωλός και τελείως ανάξιος έ­λαβα επάνω μου τον βαρύ ζυγό της Ιερωσύνης και Πνευ­ματικής πατρότητος, σκέφθηκα, μετά από τους λόγους περί των αίτιων και των βαθμίδων της αμαρτίας, τα ό­ποια πρέπει να γνωρίζουν οι Ιερείς για να οδηγούν, στην εκάστοτε περίπτωσι, σωστά τους πιστούς, να ομιλήσω τώ­ρα για την ιερωσύνη του Νόμου και της Χάριτος και μερι­κά από τα καθήκοντα που επιβάλλονται στους Ιερείς της ιερωσύνης της Χάριτος. Και ιδού τί έχω να σας ειπώ:

Η ιερωσύνη του παλαιού Νόμου θεσπίσθηκε από τον Θεό διά του Μωϋσέως και Ααρών. Αυτή η ιερωσύνη ετελείτο με επίχρισι υπό του Μωϋσέως, που ενεργούσε εν ο­νόματι του Θεού. Η τελετή αυτή γινόταν μπροστά από την αγία σκηνή, παρουσία του λαού και ολοκλήρου της κοινότητος (Λευιτ. 8,34). Τόσο ο Ααρών όσο και οι απόγονοί του πρώτα εκαθαρίζοντο συμβολικώς βέβαια με νε­ρό από τον Μωϋσή (κεφ. 6 ένθ. ανωτ.) κατόπιν έβγαζαν τα ενδύματα των και φορούσαν τα ειδικά άμφια τα όποια έκτοτε χρησιμοποιούσαν στην ώρα της Ιερατικής υπηρεσίας των. Ο ίδιος ο Μωϋσής έχριε τους υποψηφίους με λάδι με το όποιο και άγιαζε την Αγία Σκηνή του Μαρτυ­ρίου και όλα τα έργα αυτού που εθυσίαζε το ζώο και το μετέφερε ως θυσία εξιλεώσεως (Ενθ’ ανωτ. κεφ. 10-15). Οι Ιερείς που επλησίαζαν τον Θεό, έπρεπε να εξαγνίζον­ται και αυτοί, για να μη τους πατάξη ο Κύριος διά του θα­νάτου (Εξοδ. 19,22). Μετά από μία παρόμοια τελετή με τον ίδιο σκοπό, εξαγνίζοντο και οι Λευΐται στην Ιερουρ­γία της Σκηνής του Μαρτυρίου (Αριθμ. 8,5-10). Οι ιερείς του παλαιού Νόμου είχαν καθήκον να προσεύχονται για την συγχώρησι των αμαρτιών των ανθρώπων, να διδά­σκουν τα παιδιά του Ισραήλ τις εντολές που έδωσε ο Θε­ός στον Μωϋσή (Λευϊτ. 10,11-12) και είχαν το δικαίωμα να δικάζουν τις ασυμφωνίες μεταξύ των πιστών (Δευτ. 12,8-13). Ακόμη οι Ιερείς του παλαιού Νόμου είχαν και μερικές αρμοδιότητες, εκτός από τις θρησκευτικές, ό­πως π.χ. να ενδιαφέρονται για την υγεία του λαού (Λευϊτ. κεφ. 13). Τόσο οι ιερείς όσο και οι Λευΐται-διάκονοι-είχαν καθήκον να σέβωνται ωρισμένες υποχρεώσεις που είχαν θεσπισθή ειδικά για το τάγμα των:

1. Δεν τους επιτρεπόταν να πίνουν κρασί: «Και έλά λη Κύριος τω Ααρών λέγων: οίνον και σίκερα ου πίεσθε, συ και οι υιοί σου μετά σου, ηνίκα εάν εισπορεύησθε εις την σκηνήν του Μαρτυρίου...» (Λευϊτ. 10,8-9).

2. Να μη ξυρίζουν καθόλου τα μαλλιά της κεφαλής των και του γενείου των (Λευϊτ, 21,5).

3. Οι ιερείς του Νόμου ήταν υποχρεωμένοι να διά­γουν αγία ζωή, όπως είναι γραμμένο: «Άγιοι έσονται τω Θεώ αυτών και ου βεβηλώσουσι το όνομα του Θεού αυτών τας γάρ θυσίας Κυρίου δώρα του Θεού αυτών αυτοί προσφέρουσι και έσονται άγιοι» (Ενθ. ανωτ. στίχ. 6).

4. Ήταν υποχρεωμένοι να νυμφεύωνται μόνο με παρθένο και όχι με γυναίκα ακόλαστη η χήρα (ενθ. ανωτ. 21,7).

5. Τόσο οι ιερείς όσο και οι Λευΐται, καθώς και όλοι οι υπηρέται της Αγίας Σκηνής ήταν υποχρεωμένοι να έ­χουν ακεραιότητα στο σώμα, δηλ. να μη είναι ανάπηροι σωματικώς, όπως κουτσοί, τυφλοί, κυρτωμένοι κ.λ.π. (Λευϊτ, 21, 16-23). Αυτή η τάξις επεκράτησε και στους χριστιανούς Ιερείς (78, 79 Αποστολικοί Κανόνες).

6. Οι Ιερείς του παλαιού Νόμου έπρεπε να έχουν με­γάλη υπόληψι και σεβασμό από τον λαό, ωσάν να είναι ά­γιοι (Λευϊτ, 21,8).

7. Να μη έχουν εδαφική ατομική έκτασι από τις εκτάσεις του Ισραήλ, αλλά να συντηρούνται και να τρέ­φονται από τα δώρα που έφερναν οι πιστοί στην Σκηνή και από τις θυσίες (Δευτ. 18,1-5).

8. Εσημείωσα εδώ μερικά από τους ιερείς του πα­λαιού Νόμου, επειδή όλα αυτά είχαν συμβολικό χαρα­κτήρα και αποτελούσαν σκιά και υποτυπώσεις αυτών που επρόκειτο να έλθουν, να συμπληρώσουν και τελειο­ποιηθούν μέσα στον Νόμο της Χάριτος, καθόσον οι θυ­σίες και η ιερωσύνη του παλαιού Νόμου τίποτε δεν πραγ­ματοποίησε στην τελειότητα, όσον άφορα το σωτήριο έρ­γο του Θεού. Μάλιστα τόσο πολύ προσκολλήθηκε στα τυπικά καθήκοντα της, ώστε έφθασε με τον καιρό να υ­πηρέτη τα είδωλα (βλέπε Κριταί κεφ. 17 και 18ον).

Για τον μεγάλο αυτόν πνευματικό σκοπό της διατη­ρήσεως του αληθινού περιεχομένου της λατρείας του Θεού στην Παλαιά Διαθήκη, ανέλαβαν αργότερα οι άγιοι Προφήται το έργο αυτό, αρχίζοντας από την εποχή του προφήτου Σαμουήλ. Με αυτούς τους Προφήτας, τους ο­ποίους ανεδείκνυε ο Θεός μέσα από τον λαό, με εξαιρετι­κό τρόπο κλήσεως, οι ιερείς ήρχοντο σε συναίσθησι και τήρησι των παραδοθέντων. Επίσης οι Προφήται τιμω­ρούσαν και κτυπούσαν αλύπητα, εν ονόματι του Θεού, ό­χι μόνο τις αμαρτίες του λαού, αλλά και των ιερέων (βλέ­πε Εζεκία 12,6, Ησαΐου 62,6). Όλοι οι Προφήται οι ό­ποιοι ήλεγχαν με σκληρότητα τις ηθικές πτώσεις των ιε­ρέων της Παλαιάς Διαθήκης, προέλεγαν σ’ αυτούς και την έλευσι του Μεσσίου και ότι ο Κύριος θα τοποθετήση άλλους ποιμένας, που με είναι άξιοι για το έργο της ποιμάνσεως του λαού (Ησαΐου 54,21). Και αυτά μέχρι εδώ είναι αρκετά για την ιερωσύνη του παλαιού Νόμου.

Στην συνέχεια με ομιλήσουμε μερικά για τους ιερείς του Νόμου της Χάριτος και για τα καθήκοντα των με τα όποια εκπληρώνουν τον Νόμο. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες πολλών Πατέρων, ο μέγας Απόστολος Παύλος ήταν ο εκ των μεγαλυτέρων πνευματικών διδασκάλων, τον ό­ποιον είχε ποτέ ο Χριστιανισμός. Ο θεμελιώδης νόμος του ποιμαντικού του έργου ήταν η αγάπη, διότι ήταν ο ί­διος στην πνευματική κορυφή της χριστιανικής ιερωσύνης. Αυτός ο μεγάλος Απόστολος των εθνών ωμίλησε περισσότερο από τους άλλους άγιους Αποστόλους για την τελειότητα της ιερωσύνης στην Καινή Διαθήκη και για τα μεγάλα και μικρά καθήκοντα των χριστιανών προς τους ιερείς, δεδομένου ότι αυτά δεν υπήρχαν στους ιερείς της Παλαιάς Διαθήκης, τόσο ως σκέψις όσο και ως έργο, αλλ’ όμως συμπληρώθηκαν και τελειοποιήθη­καν στην χριστιανική ιερωσύνη. Τα σπουδαιότερα χαρα­κτηριστικά αυτών είναι τα επόμενα:

1. Η ιερωσύνη του Νόμου της Χάριτος είναι εκ φύ­σεως θεία, επειδή θεμελιώθηκε από τον ίδιο τον Σωτήρα και πηγάζει από την ιδική Του αγία ιερωσύνη.

2. Η διάκρισις της ιερωσύνης της Παλαιάς Διαθή­κης από την ιερωσύνη της Νέας γίνεται με σαφήνεια από τον Απόστολο Παύλο στην προς Εβραίους επιστολή του (4,14 και 10,22).

3. Η ιερωσύνη του Σωτήρος, η οποία είναι φυσική σ’ Αυτόν και αποτελεί την πηγή και το θεμέλιο της χριστια­νικής ιερωσύνης, είναι πρώτα θεία και μετά ανθρώπινη, δεδομένου ότι ο Χριστός —ο Μέγας Αρχιερεύς— είναι ό­χι μόνο άνθρωπος, αλλά και Θεός.

4. Η ιερωσύνη του Νόμου της Χάριτος, κατά την μαρτυρία του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, δεν αντικαθιστά τον θρόνο των Προφητών και Πατριαρχών, έτσι όπως ήταν η ιερωσύνη της Παλαιάς Διαθήκης, αλλά αυτή έχει στον θρόνο τον Χριστό Θεό, τον θεμελιωτή της. Γι’ αυτό όποιος κατακρίνει και ονειδίζει τον ιερέα του Νόμου της Χάριτος, ονειδίζει και υβρίζει τον ίδιο τον Χριστό και Θεό μας.

5. Η ιερωσύνη της Χάριτος είναι εξ ολοκλήρου αγία και άμωμος, έτσι όπως ήταν και είναι ο θεμελιωτής της, ο Κύριος και Σωτήρ ημών, ο όποιος δεν είχε ανάγκη, όπως οι άλλοι αρχιερείς, να προσφέρη θυσίας για τον εαυτό Του, διότι δεν είχε αμαρτίες, μολονότι ήταν άνθρωπος ό­μοιος σε όλα με εμάς.

6.  Η ιερωσύνη του Νόμου της Χάριτος είναι όχι μόνο θεία, αγία και άμωμος, αλλά και άφθαρτη και αιώνια, ε­πειδή και ο Σωτήρ μας είναι ο αιώνιος Αρχιερεύς, κατά την τάξιν Μελχισεδέκ (Εβρ. 6,20).

7.  Η ιερωσύνη της Χάριτος ευρίσκεται υψηλότερα από την ιερωσύνη του Ααρών και των άλλων αρχιερέων (Εβρ. 7,11). Αφού είπαμε όλα τα ανωτέρω για την ιερωσύνη στην Παλαιά και Καινή Διαθήκη και ότι η Χάρις τελειούται στην ιερωσύνη της Χάριτος, τώρα είναι κατάλληλη η στιγμή να ειπούμε και τα σπουδαιότερα καθήκον­τα των ορθοδόξων ιερέων:

1. Ο ορθόδοξος ιερεύς πρέπει να αγωνίζεται σε όλα, ανάλογα με τις δυνάμεις του, να ομοιάση με τον Σωτήρα Χριστό, τον μεγάλο Ποιμένα των λογικών προβάτων (Α' Πέτρ. 5,4).

2. Ο ιερεύς πρέπει να έχη μεγάλη φροντίδα για το ποίμνιο το όποιον του εμπιστεύθηκε ο Θεός και σε μεγά­λους κινδύνους να θυσιάζη ακόμη και την ζωή του για να το προστατεύση, όπως έκανε ο άγιος Ιγνάτιος ο θεοφόρος και άλλοι πολλοί Πατέρες και ποιμένες της Εκκλη­σίας.

3. Ο ιερεύς πρέπει να είναι στολισμένος σ’ όλη την ζωή του με τις μεγάλες πνευματικές αρετές της αγάπης, της ταπεινώσεως, της πραότητος και της σωματικής και ψυχικής καθαρότητος.

4. Ο ιερεύς είναι υποχρεωμένος να έχη στενό πνευ­ματικό δεσμό με το ποίμνιο του και να επιβλέπη από κοντά την ζωή του καθενός εκ των ενοριτών του.

5. Το καθήκον του ιερέως είναι όχι μόνο να φροντίζη για τα παρόντα λογικά του πρόβατα, αλλά άγρυπνος να σκέπτεται και για τα χαμένα και πλανεμένα, τα όποια έ­πεσαν στην απιστία η στις αιρέσεις, πώς με τα επαναφέρη και εκείνα στην ποίμνη του Χριστού.

6. Να διδάσκη το θέλημα του Θεού στους ενορίτας του, να τους καταρτίζη με τον λόγο και το παράδειγμα της ζωής του, ώστε να τους προαγάγη πνευματικά.

7. Να διατηρή αδιάκοπο τον δεσμό με τον Σωτήρα Χριστό διά της προσευχής, ώστε σε κάθε καιρό και χρό­νο να έχη την βοήθεια του Θεού, ιδιαίτερα στην ιερά του αποστολή, όπως μας λέγη ο ίδιος ο Κύριος: «Μείνατε εν εμοί καγώ εν υμίν... ότι άνευ εμού ου δύνασθε ποιείν ου­δέν» (Ιωάν. 15,4). Είθε αυτή η εντολή να εφαρμόζεται από όλους τους χριστιανούς, αλλά κυρίως αυτή απευθύνεται στους ιερείς, οι όποιοι πρέπει πάντοτε να είναι με τον Χριστό και ο Χριστός με αυτούς.

8. Να έχη μία ζωή αγία και ακηλίδωτη, να είναι προ­σεκτικός, ευπρεπής, φιλόξενος, εγκρατής από ποτά, αφιλοκερδής, πράος, καλός κυβερνήτης του σπιτιού του και τα παιδιά του με σεμνότητα να υποτάσσονται σ’ αυτόν (πρβλ. Α' Τιμ. 3,1-5).

9. Να διδάσκη τους άλλους με επιδεξιότητα, να τους προτρέπη στην υγιή διδασκαλία και να ελέγχη τους άτακτους. Αυτός πρέπει να είναι ανώτερος από τους πιστούς ως προς την πνευματική σοφία, την θεμελιώδη γνώσι των Αγίων Γραφών, των Ιερών Κανόνων, των δογμάτων της πίστεως και των διδαχών των Αγίων Πατέρων. Με ένα λόγο να είναι παράδειγμα στους χριστιανούς του με τον λόγο, την συναναστροφή, την αγάπη, με το πνεύμα, την πίστη και την καθαρή του ζωή (πρβλ. Α' (Τιμ. 4,12).

10. Να αγωνίζεται για την ηθικότητα και ψυχική κα­θαρότητα της ζωής των πιστών και να προσεύχεται άνά πάσαν στιγμήν για όλους (Τίτ. 3,1-2).

11. Να αποφεύγη τις παρεξηγήσεις και μάταιες συζη­τήσεις μετά των πιστών του. Αντίθετα να αγρυπνή για την ψυχική ενότητα του ποιμνίου του, να καταπολεμή τους σπείροντας ζιζάνια, να επιβάλη την πειθαρχία στους πιστούς και να προστατεύη το ποίμνιο του από την λύμη των αιρέσεων (Α' Τιμ. 6,20).

11. Να κηρύττη σε κάθε πνευματική ευκαιρία για την ειρήνη, την αγάπη και καλή συνεργασία μεταξύ των ενοριτών του, να παρακολουθή τους άνδρες και τις γυναίκες στα πνευματικά των έργα και ιδιαίτερα της προσευχής. Να ανησυχή για τον άγιο θησαυρό της παραδόσεως και διδασκαλίας των Αγίων Πατέρων και Αποστόλων, που έφθασαν μέχρι τώρα με τον γραπτό και προφορικό λόγο (Β' Τιμ. 1,12-14).

12.  Να κηρύττη με παρρησία, χωρίς φόβο και ανάπαυλα τις διδασκαλίες των Πατέρων στους χριστιανούς (Α' Τιμ. 4,13).

13.  Να γνωρίζη με τι τρόπο να συμβουλεύη τα πνευ­ματικά του παιδιά, ανάλογα δηλ. με την ηλικία, την μόρφωσι και τις άλλες σωματικές και πνευματικές τους ανάγκες. Επίσης πρέπει να είναι ελεήμων προς όλους, να συμβουλεύη τους έχοντας ανάγκη προσανατολισμού, να βοηθή τους πτωχούς, τις χήρες και τα ορφανά (Α' Τιμ. 5,1 και 6,17).

14. Να εμβαθύνη συχνά στα νοήματα των Θείων Γρα­φών και να τρέχη πάντοτε στην ανάγνωσί των, όπως η έλαφος τρέχει στις πηγές των υδάτων, διότι αυτές περιέ­χουν τα όπλα του πνευματικού πολέμου και τα φάρμακα θεραπείας των τραυματισμένων από την αμαρτία ψυχών.

15. Να υποτάσσεται στους νόμους του κράτους και πάντοτε να είναι έτοιμος να βοηθήση σε οποιοδήποτε ωφέλιμο κοινοτικό έργο (Ρωμ. 13,1-7).

16. Να τιμά και ασχολείται με την εργασία για την απόκτηση των αναγκαίων ολοκλήρου του οικογενειακού του βίου.

17.  Να προσεύχεται στον Θεό για τις κρατικές εξου­σίες και τους άρχοντας του τόπου, για την προστασία των ορθοδόξων πιστών από τις διδασκαλίες των απί­στων, και τους κοσμικούς και γραώδεις μύθους (Α' Τιμ. 4,7).

18. Να είναι ικανός για όλα και τέλειος σε κάθε έργο αγαθό.

19. Να επαγρυπνή σ’ όλα τα καλά έργα και να υπομένη όλες τις δοκιμασίες που περνά στην περίοδο της επιτελέσεως του ευαγγελικού του έργου (Β' Τιμ. 4,5).

20. Να είναι πάντοτε συνεργάτης με τον Θεό για την σωτηρία των ανθρωπίνων ψυχών (Α΄ Κορ. 3,6-9).

21.  Να καλή σε μετάνοια τους αμαρτωλούς (Λουκ. 24,47). Να διδάσκη την οδό της σωτηρίας και τον τρόπο συγχωρήσεως των αμαρτιών (Λουκ. 1,77, Πράξ. 16,17, Ιωάν. 20,23). Να οδηγή τους πλανωμένους στην αληθινή πίστι του Χριστού (Ρωμ. 1,5 και 10, 8-14). Να σκορπίζη το σκοτάδι της αγνωσίας του Θεού (Ματθ. 5,14-16).

22.  Να είναι στον βίο του καθαρός, άμεμπτος, ειλι­κρινής και ταπεινός (Β' Κορ. 1,12 Α' Τιμ. 2,2). Να είναι γεμάτος από αγάπη για το ποίμνιο του (Α' Κορ. 16,24). Να μη αγαπά τον εαυτό του, να είναι ειρηνικός προς ό­λους και να υπομένη τα παραπτώματα των αμαρτωλών έως ότου διορθωθούν (Α' Κορ. 8,13 9,12 και 10,32). Να εί­ναι προς όλους παράδειγμα αγάπης, πίστεως καθαράς και να εργάζεται για την σωτηρία όλων χωρίς κερδοσκο­πία, φιλοδοξίες η κάτι άλλο παρόμοιο (Α΄ Τιμ. 3,2 Α΄ Θεσ. 2,4).

Όλα αυτά τα καθήκοντα και ποιμαντικές διατάξεις είναι γραμμένα για τους ποιμένας της Εκκλησίας του Χριστού από την αποστολική εποχή και εφαρμόσθηκαν πρώτα από τον Απόστολο Παύλο και τους άλλους Πατέ­ρας και Ποιμένας της Εκκλησίας του Χριστού από την πρώτη ακόμη χριστιανική εποχή. Ο ιερός Χρυσόστομος, αναφερόμενος στην αγιότητα την οποία πρέπει να έχη ο ιερεύς και ιδιαίτερα, όταν λειτουργή, λέγει τα έξης: «Καθαρώτερο από τις ακτίνες του ηλίου πρέπει να είναι το χέ­ρι σου, ω ιερεύ, αφού με αυτό εσύ θυσιάζεις τον Αμνό του Θεού, τον αίροντα την αμαρτία του κόσμου». Ενώ ο Μά­ξιμος ο Ομολογητής λέγει ότι «ο ιερεύς και αν ακόμη φροντίζη να είναι η ζωή του αγία, αλλά δεν νοιάζεται γι’ αυτούς που τον ακούουν, θα βασανίζεται στο αιώνιο πυρ ως ένας πόρνος». Κάτι παρόμοιο έλεγε και ένας άλλος ά­γιος πατήρ: «Ο ιερεύς που επιτελεί αναξίως την Θεία Λει­τουργία είναι δεύτερος Ιούδας και βαρύτερα με βασανί­ζεται στο πυρ της γεέννης από ο, τι εκείνος». Και πάλι ακούομεν τον Ιερό Χρυσόστομο να λέγη: «Ο επίσκοπος η ο ιερεύς που δεν είναι ενήμερος των Θείων Γραφών και των διδασκαλιών των Αγίων Πατέρων, καθώς και στην πρακτική φιλοσοφία, δηλ. στην κατά Θεόν ζωή, γίνεται αίτιος απωλείας όλων των ενοριτών και πνευματικών του τέκνων».

Ιδού λοιπόν, πατέρες και αδελφοί, και ιδιαίτερα εσείς που ελάβατε, εκτός από το μοναχικό Σχήμα και το φορτίο της ιερωσύνης, πόσο μεγάλη θα είναι η απολογία μας ενώπιον του Θεού και πόσο υψηλά καθήκοντα έχου­με ως ιερείς και λειτουργοί του Ιερού Βήματος.

Γι’ αυτό, αδελφοί μου, να αγρυπνούμε και να προσευχώμεθα στην άπειρη αγαθότητα του Θεού μας να μας βοηθήση με την Χάρι Του να επιτελούμε, όσο μπορούμε σωστά, αυτά τα υψηλά μας καθήκοντα, για να μη τιμω­ρηθούμε στην αιωνία κόλασι, λόγω της οκνηρίας, αναισθησίας και αδιαφορίας μας. Αμήν.

Ιερομονάχου Κλεόπα Ηλιέ
«Πνευματικοί Λόγοι»
Εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη»
Θεσσαλονίκη 1992

Γέρων Κλεόπας Ηλιέ Περί των τεσσάρων ειδών κοινωνίας με τον Θεό

 


Ιερομονάχου Κλεόπα Ηλιέ
Περί των τεσσάρων ειδών κοινωνίας με τον Θεό στην Ορθόδοξη Εκκλησία

Πατέρες και αδελφοί,
Η ένωσις και κοινωνία μας με τον Θεό σε γενικότερες γραμμές γίνεται με δύο τρόπους. Με την μυστική κοινωνία του Σώματος και του Αίματος του Κυρίου και με την πνευματική κοινωνία. Ο δεύτερος τρόπος διαιρείται εν συνεχεία σε τρεις άλλους τρόπους. Γι’ αυτό, στον παρόντα λόγο με σας ομιλήσω γι’ αυτούς τους τρόπους με τους οποίους μπορούμε να κοινωνήσουμε και να ενωθούμε με τον Θεό, φέροντας μαρτυρίες από την Θεία Γραφή και τις διδασκαλίες των Αγίων Πατέρων.

1. Η πρώτη και σπουδαιότερη κοινωνία μας με τον Χριστό γίνεται με την κοινωνία του Σώματος και του Αίματος Του. Ένας χριστιανός που δεν πιστεύει ότι το φαινόμενο ψωμί και κρασί είναι αληθώς το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου μας, είναι ένας αιρετικός και ξένος προς την αληθινή πίστι του Χριστού, ο Όποιος λέγει στο κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο (6,55). «Η γάρ σάρξ μου αληθώς εστί βρώσις, και το αίμα μου αληθώς έστι πόσις». Ενώ ο Απόστολος Παύλος μας λέγει τα έξης: «Το ποτήριον της ευλογίας ο ευλογούμεν, ουχί κοινωνία του αίματος του Χριστού έστι; τον άρτον ον κλώμεν, ουχί κοινωνία του σώματος του Χριστού έστιν;» (Α' Κορ. 10,16).

Όποιος λοιπόν κοινωνεί αναξίως, γίνεται ένοχος, όπως λέγει ο ίδιος ο Απόστολος, «Ος αν εσθίη τον άρτον τούτον ή πίνη το ποτήριον του Κυρίου αναξίως, ένοχος έσται του σώματος και του αίματος του Κυρίου» (Α' Κορ. 11,27). Ο χριστιανός όμως που κοινωνεί με φόβο, ευλάβεια και προετοιμασία, αξιώνεται αναρίθμητων δωρεών, στις όποιες οι σπουδαιότερες είναι οι έξης:

α) Ενώνεται με τον Χριστό κατά χάριν, διότι όπως λέγει το χωρίο: «Ο τρώγων μου την σάρκα και πίνων μου το αίμα εν εμοί μένει καγώ εν αυτώ» (Ιωάν. 6,56)

β) Συμμετέχει στην αιώνιο ζωή, όπως λέγει το χωρίο: «Ο τρώγων μου την σάρκα και πίνων μου το αίμα έχει ζωήν αιώνιον (Ιωάν. 6,54).

γ) Θα αναστηθή την ημέρα της κρίσεως, όπως λέγει το χωρίο: «Και εγώ αναστήσω αυτόν εν τη εσχάτη ημέρα» (Ενθ. ανωτ.).

δ) Δημιουργεί κατοικία ο Χριστός μέσα στην καρδιά μας, όπως λέγουν τα χωρία: «κατοικήσαι τον Χριστόν διά της πίστεως εν ταις καρδίαις υμών» (Εφεσ. 3,17) και «εν εκείνη τη ημέρα γνώσεσθε υμείς ότι εγώ εν τω πατρί μου και υμείς εν εμοί καγώ εν υμίν» (Ιωάν. 14,20) και άλλα.

ε) Όποιος κοινωνεί τον Χριστό έχει Αυτόν ζώντα μέσα του «Ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός» (Γαλ. 2,20), και «τεκνία μου, ους πάλιν ωδίνω, μέχρις ου μορφωθή Χριστός εν υμίν!» (Ενθ. ανωτ. 4,19).

στ) Προοδεύει και αυξάνεται στα πνευματικά έργα, κατά το χωρίο: «αληθεύοντες δε εν αγάπη αυξήσωμεν εις αυτόν τα πάντα, ος εστιν η κεφαλή, ο Χριστός» (Εφεσ. 4,15).

ζ) Καθαρίζει από αμαρτίες, αγιάζει, φωτίζει και χαρίζει την αιώνια ζωή. (Από την ευχή της Θ. Μεταλήψεως του αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού).

η) Επιφέρει τον αγιασμό σώματος και ψυχής, εκδιώκει τις φαντασίες και καθαρίζει από τα πάθη, δίνει παρρησία προς τον Θεό, φωτισμό και ενίσχυσι για την αύξησι των αρετών και την τελειότητα (6η ευχή Θ. Μεταλήψεως του αγίου Βασιλείου).

θ) Επιφέρει πνευματική χαρά, υγεία σώματος και ψυχής, κατά τον άγιο Κύριλλο Αλεξανδρείας.
Αυτοί και άλλοι πολλοί ακόμη είναι οι πνευματικοί καρποί τους οποίους αποκτά ο πιστός που προσέρχεται συχνά και με καλή προετοιμασία στην Θεία Ευχαριστία. Αυτός που δεν προσέρχεται σ’ αυτό το Μυστήριο, ποτέ δεν θα μπορέση να προοδεύση στην εργασία των αρετών, διότι δεν παραμένει μέσα στον Χριστό και Εκείνος μέσα του, καθώς λέγει και ο Ίδιος: «Χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν» (Ιωάν. 15,4).

2) Ο δεύτερος τρόπος κοινωνίας και ενώσεως με τον Χριστό γίνεται με την προσευχή του Ιησού, κατά την οποία ο νους βυθίζεται στην καρδιά και εκεί λέγει συνεχώς το: «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με τον αμαρτωλό».

α) Η προσευχή που γίνεται με τον νου στην καρδιά έχει μεγάλη σημασία, διότι ενώνεται η ψυχή μας με τον Ιησού Χριστό και δι’ Αυτού με τον Πατέρα, διότι η μόνη οδός που οδηγεί στην ένωσι με τον Πατέρα είναι ο Χριστός, όπως λέγει ο Ίδιος: «ουδείς έρχεται προς τον Πατέρα ει μη δι’ εμού» (Ιωάν. 14,6).

β) Η καρδιακή προσευχή προσφέρει την δυνατότητα στο Άγιο Πνεύμα να κατοικήση και εργασθή στην καρδιά μας και να ενωθούμε εμείς με το Πνεύμα. Αυτή η ένωσις με την ακατάπαυστη προσευχή ομοιάζει με την νύμφη που αγαπά πάρα πολύ τον Νυμφίο Χριστό και δεν θέλει ποτέ να αποχωρισθή απ’ Αυτόν.

3) Ο τρίτος τρόπος κοινωνίας με τον Δημιουργό Θεό μας γίνεται με την εφαρμογή των εντολών Του και την απόκτησι των αρετών.

α) Αυτή η συγκατοίκησις με τον Ιησού φανερώνεται στην Γραφή από τον Ιδιο, όταν λέγη: «Εάν τις αγαπά με τον λόγον μου τηρήσει και ο Πατήρ μου αγαπήσει αυτόν, και προς αυτόν ελευσόμεθα και μονήν παρά αυτώ ποιήσωμεν» (Ιωάν. 14, 23), ενώ σε άλλο κεφάλαιο λέγει: «ε¬άν τας εντολάς μου τηρήσητε μενείτε εν τη αγάπη μου, καθώς εγώ τας εντολάς του πατρός μου τετήρηκα και μένω αυτού εν τη αγάπη» (Ιωάν. 15,10).

β) Ο άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης λέγει ότι η ομοιότης και ενωσίς μας με τον Θεό επιτελείται μόνο με την εφαρμογή των θείων εντολών (Λόγος περί σωτηριώδους γνώσεως).

γ) Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, όσον άφορα την ένωσί μας με τον Θεό, λέγει: «Ο λόγος του Θεού και Πατρός ευρίσκεται μυστικά σε κάθε μία από τις εντολές Του, οπότε αυτός που δέχεται τον λόγο του Θεού δέχεται τον Θεό.

δ) Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ομιλώντας για την θέωσι του άνθρώπου με την εφαρμογή των εντολών του Θεού, λέγει: «Οι εντολές του Θεού παρέχουν όχι μόνο την γνώσι, αλλά και την θέωσι».

4. Ο τέταρτος τρόπος κοινωνίας με τον Χριστό γίνεται με την ακρόασι των λόγων του Θεού.

α) περί αυτού μας ομιλεί η Καινή Διαθήκη: «πολλοί δε των ακουσάντων τον λόγον επίστευσαν, και εγενήθη ο αριθμός των ανδρών ωσεί χιλιάδες πέντε» (Πράξ. 4,4).

β) Ο Απόστολος Παύλος λέγει ότι: «η πίστις εξ ακοής, η δε ακοή διά ρήματος Θεού» (Ρωμ. 10,17)

γ) Εάν το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου είναι η αληθινή βρώσις και πόσις, τότε ο λόγος του Κυρίου γενόμενος δεκτός από τους πιστούς γίνεται σ’ αυτούς «πηγή ύδατος αλλομένου εις ζωήν αιώνιον (Ιωάν. 4,14) και «άρτος ζωής ο εκ του ουρανού καταβάς» (Ιωάν. 6,58) ενώ κατά τον άγιο Δαμασκηνό λέγεται μάννα της αφθαρσίας και μάννα το μυστικό.

Ο Απόστολος Παύλος διά της ακοής δέχθηκε τον λόγο του Θεού, όταν προσκλήθηκε με το θείο φως στον δρόμο προς Δαμασκό και φωνή άκουσε εξ ουρανού. Η Σαμαρείτης διά της ακοής λαμβάνει τον λόγο του Θεού, ενώ πάλι οι Σαμαρείται πιστεύουν και βαπτίζονται από το κήρυγμα του Αποστόλου Φιλίππου (Πράξ. 8,5 6,12) και λαμβάνουν το Άγιο Πνεύμα (Πράξ. 8,14,18).

Πατέρες και αδελφοί, σάς έφερα μερικές από τις σπουδαιότερες μαρτυρίες της Γραφής και των Αγίων Πατέρων, οι όποιες με μας βοηθούν στην πορεία μας για μία ακατάπαυστη ένωσι με τον Νυμφίο Χριστό. Ο ιδιαίτερος και αγιώτερος τόπος, όπου επιτυγχάνεται αυτή η πολύτροπος κοινωνία μας με τον Χριστό είναι η Εκκλησία μας. Εκεί όλοι οι πιστοί μας, ερχόμενοι με ευλάβεια και πίστι στις Ιερές ακολουθίες, ευρίσκονται σε μία ατμόσφαιρα μυστική και κοινωνούν με τον νου, την καρδία, την προσευχή και την συμμετοχή στην Θεία Κοινωνία των δωρεών του Αγίου Πνεύματος. Προπαντός η λειτουργική Θυσία είναι η τελεία έκφρασις της ενώσεως με τον Κύριό μας. Η μνημόνευσις ονομάτων των χριστιανών στην Προσκομιδή, και όταν αυτοί είναι μεν αμαρτωλοί αλλά μετανοημένοι, δίνει την ευλογία της κοινωνίας αοράτως των ψυχών με τον Σαρκωθέντα και Αναστάντα Κύριο, ο Οποίος παρέχει ενίοτε και την σωματική των θεραπεία.
Είθε το έλεος και οι οικτιρμοί του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, ο οποιος είναι ο Λόγος του Θεού να έλθη και κατασκηνώση μέσα μας με τους ανωτέρω τέσσαρας τρόπους που συνοπτικά αναφέραμε.

Ιερομονάχου Κλεόπα Ηλιέ
«Πνευματικοί Λόγοι»
Εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη»
Θεσσαλονίκη 1992

Γέρων Κλεόπας Ηλιέ Ποιοι είναι οι καρποί της ευχής του Ιησού;

 



Γέροντας Κλεόπας Ηλιέ

Ποιοι είναι οι καρποί της ευχής του Ιησού;

   Ο πρώτος καρπός της ευχής του Ιησού είναι η αποβολή των νοερών παραστάσεων από τις ματαιότητες του κόσμου, κατά τον άγιο Διάδοχο, ο οποίος λέγει: «Αυτά που είχαν μπει παλαιότερα στην καρδιά του ανθρώπου εξαφανίζονται μαζί με όλες τις ωραιότητες της ζωής».

   Ο δεύτερος καρπός της ευχής είναι η φοβερά θέα της ασω­τίας της ψυχής, η οποία εκδηλωνόταν με τις σωματικές αισθήσεις και τους κακούς λογισμούς. Απ' αυτή την θέα αποκτά ο άνθρωπος ταπείνωσι, πένθος, δάκρυα, όπως λέγη ο άγιος Γρηγόριος ο Παλα­μάς.

   Ο τρίτος καρπός της καρδιακής προσευχής είναι ότι, με την επιστροφή του νου στην καρδιά, τόσο ο νους όσο και η καρδιά του ανθρώπου, γίνονται σαν ένας καθαρός καθρέπτης στον οποίον ο ίδιος ο αγωνιστής γνωρίζει τις πονηρές κινήσεις των σκέψεών του και καλεί τον Ιησού σε βοήθεια.

   Ο τέταρτος καρπός είναι η αγνότης της φύσεως, καθότι το έργο της καθαρότητος της φύσεως είναι υπεράνω αυτής της φύσε­ως, ως δοσμένο από την Θεία Χάρι του Παναγίου Πνεύματος.

   Ο πέμπτος καρπός της προσευχής είναι ότι, μπαίνοντας ο νους στην καρδιά για να μιλήση εκεί με τον ενδιάθετο λόγο, κατα­κλύζεται από μεγάλη χαρά και πνευματική ευφροσύνη, όπως δηλώνη γι' αυτά ο Ιωσήφ Βρυένιος.

   Ο έκτος καρπός της ευχής είναι ότι με αυτή την προσευχή κατασκηνώνει η Χάρις του Θεού μυστικά μέσα στην καρδιά.

   Ο έβδομος καρπός είναι ότι με την αδιάλειπτη μνήμη του Ονόματος του Ιησού, γεννάται στην ψυχή η αγάπη προς τον Χρι­στό. (Βλέπε «Φυλακή των πέντε αισθήσεων» του αγίου Νικόδημου του Αγιορείτου).

  Άλλοι καρποί της προσευχής είναι: Η συμμάζωξις των λο­γισμών, η ευλάβεια, η προσοχή επί του εαυτού μας, η ταπείνωσις, ο φόβος του Θεού, η μνήμη του θανάτου, η ειρήνη της καρδιάς και των λογισμών, η συγκέντρωσις της προσοχής στην καρδιά και η πνευματική θερμότης.

Ιερομονάχου Κλεόπα Ηλιέ
«Πνευματικοί Λόγοι»
Εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη»
Θεσσαλονίκη 1992

Γιατί έχει ο σατανάς τόση δύναμι να πολεμά τον άνθρωπο Γέρων Κλεόπας Ηλιέ

 


Γέροντας Κλεόπας Ηλιέ

Γιατί έχει ο σατανάς τόση δύναμι να πολεμά τον άνθρωπο και γιατί παραχωρεί ο Θεός να πειράζεται και να εξαπατάται από την αμαρτία το πλάσμα Του;

Ο σατανάς δεν έχει την δύναμι και την άδεια να κυριεύη, να ξεγελά ή να εξαναγκάζη την θέλησι του άνθρωπου για την αμαρτία. Αυτός μόνο τον πειράζει με κάθε είδους τεχνάσματα, φαντασίες, εν­θυμήσεις, με τις αισθήσεις, με τις φυσικές αδυναμίες, με την ηδονή του κόσμου, με τους λογισμούς κ.λ.π. Ο σατανάς ουδέποτε φανε­ρώνει στον άνθρωπο το πρόσωπό του, δεν αποκαλύπτεται κατευ­θείαν σαν εχθρός στον άνθρωπο.

Αλλά τον πολεμά κρυφά ή φανερά ή με τους κακούς ανθρώπους, χρησιμοποιώντας κάθε είδους τεχνά­σματα πονηρά, ώστε να μην αποκαλυφθή ο ίδιος, διότι ο σκοπός του είναι η πτώσις μας στην αμαρτία και η απώλειά μας. Αυτός ονο­μάζεται πειρασμός και πατήρ του ψεύδους διότι με τους πειρασμούς και τις ψεύτικες παγίδες του θέλει να μας οδηγήση στην αμαρτία. Ο σατανάς ακόμη εκβιάζει την θέλησί μας, υποδαυλίζει τα πάθη και τις σαρκικές ορέξεις της ψυχής και του σώματος, δημιουργεί αφορμές για την εκτέλεσι αμαρτιών, μας στριφογυρίζει πάντοτε τον νου στις πτώσεις μας, αλλά δεν έχει την θέλησι και άδεια από τον Θεό να μας πιέση για την διάπραξι της αμαρτίας, διότι τότε δεν θα είχαμε καμμιά ένοχη, ούτε τιμωρία και κανείς δεν θα λυτρωνόταν από τις παγίδες του.

Όμως, εάν ο άνθρωπος εξασθενή κατά την θέ­λησί του και την προσευχή, εάν γλυκαίνεται από τα δελεάσματα του διαβόλου και συγκατατίθεται στην αμαρτία, τότε δεν είναι γι' αυτό ένοχος ο διάβολος, αλλά ο άνθρωπος. Γι' αυτό του δόθηκε φύλαξ άγγελος για να τον βοηθή, να του χαρίζη την Χάρι του Αγίου Πνεύ­ματος, να τον ενισχύη, να τον οδηγή στην εκκλησία, στην εξομολόγησι, δηλαδή στην κάθαρσι των αμαρτιών του και ο Πνευματικός να τον συμβουλεύη και να τον συγχωρή. Γι' αυτό του υπόσχεται και μισθό, εάν νικήση, ή τιμωρία, εάν νικηθή. Ο Θεός επιτρέπει στον διάβολο να πειράζη τον άνθρωπο, για να τον κάνη δυνατώτερο στην πίστι και ο άνθρωπος να έχη όλη την φροντίδα της σωτηρίας του μόνο στον Θεό, και όχι στις δυνάμεις του. Επίσης ο πιστός άνθρω­πος, όταν αγωνίζεται περισσότερο, θα έχη περισσότερο μισθό από τον Θεό. Ο Θεός αφήνει τον σατανά να πειράζη τον άνθρωπο αλλά δεν επιτρέπει στον διάβολο να τον πειράξη παραπάνω από τις δυνά­μεις του (Α' Κορ. 10,13). Μόνο ο υπερήφανος και άπιστος αφήνεται από τον Θεό να πειράζεται από τον διάβολο μέχρις ότου ταπεινωθή και ζητήση την βοήθεια του Θεού και των λειτουργών Του. Στον άνθρωπο όμως του προσφέρεται η δύναμις να νικήση και απομακρύνη τον διάβολο (Εφ. 6,11 Πέτρου 5,9).
   

Ποια είναι τα σπουδαιότερα όπλα με τα οποία νικούμε τους
πειρασμούς του διαβόλου;

    Δύο είναι τα μεγαλύτερα όπλα με τα οποία νικούμε όλες τις διαβολικές παγίδες. Πρώτα είναι η αγία προσευχή και μετά η ταπείνωσις. Προσευχόμεθα πάντοτε στον Ουράνιο Πατέρα μας, λέγον­τας:-«Και μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν, αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού» (Ματθ. 6,13). Δηλαδή ζητάμε από τον Θεό να μη επιτρέψη να πειρασθούμε υπεράνω των δυνάμεών μας και να μας λύ­τρωση απ' όλες τις παγίδες του πονηρού. Οπότε λοιπόν, σε κάθε πειρασμική περίστασι πρέπει να προσευχώμεθα με επιμονή, με δά­κρυα, με νηστεία και με συντετριμμένη καρδιά. Οι Πατέρες μάς συ­νιστούν να λέγωμεν πάντοτε την ευχή του Ιησού, ιδιαίτερα σε καιρό του πειρασμού, διότι το όνομα του Κυρίου βγαίνει σαν ένα σπαθί από την καρδιά μας και φονεύει τους νοητούς εχθρούς.

Το δεύτερο όπλο κατά των διαβολικών επιθέσεων είναι η ταπείνωσις. Άκουσε τι λέγει ο Δαβίδ: «Εταπεινώθην και έσωσέ με ο Κύ­ριος» (Ψαλμ. 114,6). Όταν είμεθα περικυκλωμένοι από πάθη και πειρασμούς να ταπεινούμεθα από τα βάθη της καρδίας μας, δηλα­δή, να θεωρούμε τους εαυτούς μας τους πιο αμαρτωλούς, λέγοντας ότι για τις αμαρτίες μας και την υπερηφάνειά μας πειραζώμεθα και τότε θα φύγη ο διάβολος από κοντά μας, διότι το ισχυρότερο πυρ, που κατακαίει τον διάβολο είναι η ταπείνωσις, η προσευχή, τα δά­κρυα και η νηστεία. Άλλα όπλα σε περίοδο πειρασμών είναι: Η καρτερική στους πειρασμούς υπομονή, η συχνή εξομολόγησις των λογισμών, η ανάγνωσις των ιερών βιβλίων, η αποφυγή αφορμών για αμαρτίες, η Θεία Κοινωνία, η σιωπή, η αποδέσμευσις από τα εγκό­σμια έργα και άλλα.

Ιερομονάχου Κλεόπα Ηλιέ
«Πνευματικοί Λόγοι»
Εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη»
Θεσσαλονίκη 1992

Ποιος είναι ο σκοπός και η σπουδαιότης του κηρύγματος στην εκκλησία; Γέρων Κλεόπας Ηλιέ

 


Ποιος είναι ο σκοπός και η σπουδαιότης του κηρύγματος
στην εκκλησία;

— Κάθε Ιερεύς οφείλει να διδάσκη ευκαίρως ακαίρως τους πιστούς του, διότι «η πίστις εξ ακοής, η δε ακοή διά ρήματος Θεού» (Ρωμ.10,17).

Έτσι λοιπόν, ο λαός με την στέρησι της γνώσεως του λόγου του Θεού χάνεται, ενώ ο Ιερεύς θα δώση φοβερό λόγο στο μελλοντικό Δικαστήριο. Άκουσε τι λέγει ο Θεός με το στόμα του προφήτου: «Ωμοιώθη ο λαός μου ως ουκ έχων γνώσιν ότι συ επίγνωσιν απώσω, καγώ απώσομαί σε του μη ιερατεύειν μοι, και επελάθου νόμον Θεού σου καγώ επιλήσομαι τέκνων σου». (Ωσηέ 4,6).

Οι κατηχήσεις και τα κηρύγματα πρέπει γενικά να γίνωνται με βάσι την Αγία Γραφή και την διδασκαλία των Αγίων Πατέρων. Να είναι καλά μελετημένα, αξιοπρόσεκτα και να αποτελούν βιώματα του Ιερέως, για να μπορούν να πείθουν τους πιστούς. Το κήρυγμα να είναι ακόμη θερμό, παρηγορητικό, κατανοητό από όλους, διανθισμένο με κατάλληλες και ευκολομνημόνευτες ιστορίες της πρακτικής ζωής. Ιδιαίτερα στην σημερινή εποχή έχουν μεγάλη σπουδαιότητα τα αντιαιρετικά κηρύγματα, δεδομένου ότι αυξήθηκαν πολύ οι αιρέσεις, για να γνωρίζη ο λαός την ορθόδοξο αληθινή πίστι και να μπορή να προφυλάσσεται από τις παγίδες των αιρέσεων. 

Γέροντος Κλεόπα Ηλιέ
Πνευματικοί Διάλογοι
Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη"